Πώς θα αποφύγουμε την τέταρτη ανακεφαλαιοποίηση

των Αλέξανδρου Κασιμάτη, Δημήτρη Παφίλα

Κάθε μέρα που περνά χωρίς η κυβέρνηση να δίνει στις τράπεζες τα κατάλληλα όπλα για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την απειλή των κόκκινων δανείων, το τραπεζικό σύστημα έρχεται ένα βήμα πιο κοντά στον εφιάλτη της τέταρτης ανακεφαλαιοποίησης.

Στο πρώτο τρίμηνο της χρονιάς τα σήματα κινδύνου έφτασαν από όλες τις πλευρές, καθώς για πρώτη φορά μετά από τρία τρίμηνα αυξήθηκαν τα δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών, σε ανάλογα ανοδική τροχιά τέθηκαν και τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs), ενώ ανακόπηκε η καθοδική πορεία του ΕLA.

Οι τραπεζίτες έχουν διαμηνύσει στην κυβέρνηση ότι οι δυσμενείς εξελίξεις του πρώτου τριμήνου είναι αναστρέψιμες, αρκεί το τέλος της αβεβαιότητας με τις εκκρεμότητες της αξιολόγησης να έρθει μέχρι τον Μάιο. Σε μια τέτοια περίπτωση θα μπορέσουν να καλύψουν το χαμένο έδαφος ώστε να είναι εντός των στόχων της ΕΚΤ όσον αφορά τη μείωση των κόκκινων δανείων.

Οι διοικήσεις έχουν καταστήσει σαφές στην κυβέρνηση πως για να επιβιώσει το τραπεζικό σύστημα και να χρηματοδοτήσει την οικονομία υπάρχουν τρεις βασικές προϋποθέσεις:

-Η θεσμοθέτηση του πλαισίου για τις διαγραφές δανείων κατά τρόπο που να διευθετούνται τόσο φορολογικά όσο και νομικά ζητήματα.
-Η ψήφιση του νομοσχεδίου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό.
-Η λειτουργία της πλατφόρμας για τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.

Χωρίς θεσμοθέτηση των τριών παραπάνω μέτρων -και μάλιστα κατά τρόπο αποτελεσματικό και άμεσα λειτουργικό- οι τράπεζες δεν έχουν τη δυνατότητα να διαχειριστούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τα ανώτερα και μεσαία στελέχη τους, υπό τον φόβο να εμπλακούν σε δικαστικές περιπέτειες, δεν υπογράφουν αναδιαρθρώσεις δανείων. Η πίεση που δέχονται οι τράπεζες ενισχύεται ταυτόχρονα και από τον νέο τρόπο υπολογισμού των προβλέψεων που υποχρεούνται να εφαρμόσουν το 2018.

Οι προβλέψεις λοιπόν από το επόμενο έτος δεν θα είναι μόνο οι πραγματοποιηθείσες στη διάρκεια των 12 μηνών, αλλά και αυτές που δυνητικά θα προκύψουν σε μελλοντικό χρόνο. Δηλαδή για εταιρείες που αντιμετωπίζουν προβλήματα πρόβλεψης θα λαμβάνονται εξαρχής κατά τον χρόνο εκδήλωσης των προβλημάτων τους και όχι σταδιακά στις χρήσεις. Η αλλαγή αυτή μπορεί να κοστίσει στα κεφάλαια έως και 1-1,5 δισ. ευρώ για ορισμένες τράπεζες. Ο συνδυασμός της αδυναμίας αντιμετώπισης των δανείων σε καθυστέρηση με τη νέα λογιστική πρακτική για την αποτύπωση των προβλέψεων υπονομεύει την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών και πρέπει να αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα και υπευθυνότητα.

Kλειδί η αξιολόγηση

Οι θετικές εξελίξεις στο μέτωπο της αξιολόγησης μετά το Eurogroup της Παρασκευής, έχουν ως αποτέλεσμα να υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι μπορεί να τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα για εκταμίευση της δόσης εντός του Μαΐου, γεγονός που δίνει ανάσα στις τράπεζες από τις πιέσεις που δέχονται καθώς η εκροή καταθέσεων συνεχίζεται με υψηλούς ρυθμούς.

Ο Μάιος είναι καθοριστικός μήνας γιατί εάν χαθεί και αυτό το ορόσημο η οικονομία θεωρείται πολύ πιθανόν ότι θα έχει αρνητικό πρόσημο και κερδίζει έδαφος η πιθανότητα οι τράπεζες να βρεθούν το 2018 με νέες κεφαλαιακές ανάγκες.

Όπως αναφέρουν έγκυρες πηγές, κίνδυνος bail in τουλάχιστον στην παρούσα φάση δεν υπάρχει, καθώς υπάρχει ένα κεφαλαιακό απόθεμα περίπου 8,5 δισ. Ευρώ το οποίο προστατεύει τις τράπεζες.

Ωστόσο εάν συνεχιστεί η αβεβαιότητα που έχει οδηγήσει σε μεγάλες απαιτήσεις υποχρεώσεων όσον αφορά τα δανειακά χαρτοφυλάκια σε συνδυασμό με την εκροή των καταθέσεων, οι δυνατότητες του τραπεζικού συστήματος είναι πεπερασμένες.

Στις αρχές του 2018 οι τράπεζες θα κληθούν να συμμετάσχουν στα ευρωπαϊκά stress tests, τα οποία μπορεί να μην έχουν AQR αλλά από το στρεσάρισμα των χαρτοφυλακίων τους θα εξαχθούν συμπεράσματα τα οποία θα τις επηρεάσουν άμεσα. Καθοριστικής σημασίας για τη δυσκολία των stress tests είναι τα σενάρια για την πορεία της οικονομίας το 2018. Οι αποκλίσεις που υπάρχουν στο στόχο για ανάπτυξη του ΑΕΠ φέτος 2,7% (στην ΤτΕ μιλούν για 1,5% και οι επενδυτικές τράπεζες για 0,5%) θα έχουν ως αποτέλεσμα το σενάριο των stress test να ξεκινά από μία χαμηλότερη βάση για τις επιδόσεις της οικονομίας.

Ηδη η Barclays σε έκθεσή της προβλέπει εκτροχιασμό του στόχου για την ανάπτυξη και εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα κυμανθεί στο 0,4%. Τον πήχη της ανάπτυξης για τη χώρα μας φέτος κατέβασε και η Citigroup, που προβλέπει 0,5%, ενώ ανάλογες είναι και οι εκτιμήσεις της HSBC. Το καλοκαίρι, λοιπόν, και ανάλογα με τις οικονομικές εξελίξεις οι διοικήσεις των τραπεζών θα είναι σε θέση να εκτιμήσουν με ασφάλεια αν θα χρειαστούν νέα κεφάλαια το 2018.

Ταυτόχρονα, το 2018 οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν και την πρόκληση του νέου λογιστικού τρόπου αποτύπωσης των προβλέψεων. Δηλαδή θα είναι υποχρεωμένες να παίρνουν προβλέψεις που αφορούν τη «ζωή» του δανείου και όχι για τις δανειακές απώλειες που καταγράφουν στη διάρκεια του δωδεκαμήνου της χρήσης.

Σύμφωνα με τις εσωτερικές τραπεζικές εκτιμήσεις, στο πρώτο τρίμηνο τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) αναμένεται να ενισχυθούν φτάνοντας τα 109 δισ. ευρώ, ενώ τα δάνεια σε καθυστέρηση (ΝPLs) θα αυξηθούν κατά 800 εκατ.- 1 δισ. ευρώ.

Το μεγαλύτερο μέρος των δανείων που περνούν σε καθυστέρηση προέρχεται από την κατηγορία εκείνων που είχαν ήδη ρυθμιστεί.

Σύμφωνα με τα όσα είχε αναφέρει στην έκθεσή του ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος ως προς τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, το υψηλότερο ποσοστό καταγράφεται στα δάνεια προς πολύ μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες (67,9%), στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (60,6%) και στα καταναλωτικά δάνεια (55% ). Επιπλέον, ένα ενδιαφέρον στοιχείο, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, είναι ότι το 27,6% των ΝPEs θεωρούνται δάνεια αβέβαιης πληρωμής (unlikely to pay), δηλαδή περί τα 30 δισ. ευρώ, δεν είναι βέβαιο ότι θα εισπραχθούν από τις τράπεζες. To μεγάλο πρόβλημα, όμως, εντοπίζεται στις καταθέσεις, όπου οι συνολικές εκροές στο πρώτο τρίμηνο εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 3,8 δισ. ευρώ. Αν δεν επιτευχθεί ανάσχεση στις εκροές καταθέσεων και αποτελεσματική διαχείριση των ΝPLs, ο κίνδυνος είναι -κάποια στιγμή- τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) να ξεπεράσουν το ύψος των καταθέσεων δημιουργώντας ένα εξαιρετικά προβληματικό σκηνικό σε μια οικονομία με καχεκτική ανάπτυξη που πάσχει από έλλειψη ρευστότητας. «Θα πρόκειται για ένα πρωτοφανές γεγονός για χώρα του δυτικού κόσμου», αναφέρει χαρακτηριστικά τραπεζίτης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, οι καταθέσεις τον Φεβρουάριο υποχώρησαν σε 119 δισ. ευρώ, ύστερα από μηνιαίες εκροές που υπολογίστηκαν στα 750 εκατ. ευρώ από την ΤτΕ. Αν συνεχιστεί, πάντως, αυτή η αιμορραγία των καταθέσεων το τραπεζικό σύστημα θα βρεθεί σε δεινή θέση.



newmoney.gr