Μονόδρομος η εξωστρέφεια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Η πλειονότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) έχει δυνατότητες ανάπτυξης σε διεθνές επίπεδο και αναμένεται, σε πέντε χρόνια, να αντλεί έως και 50% των εσόδων από διεθνείς δραστηριότητες.

Το ανωτέρω αποτελεί το κυρίαρχο συμπέρασμα μελέτης, που διεξήχθη από το Economist Intelligence Unit (EIU), για λογαριασμό της DHL Express. Παράλληλα, η έρευνα, σε 480 στελέχη ΜμΕ και ειδικούς από ομάδες business lobbying, σε όλο τον κόσμο, αποκαλύπτει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρά εμπόδια για τις μικρότερες επιχειρήσεις, με παγκόσμιες φιλοδοξίες.

Ανεπαρκείς υποδομές

Το διεθνές εμπόριο θεωρείται ζωτικής σημασίας για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία των ΜμΕ, αλλά διάφορες προκλήσεις, όπως είναι η πολιτική αστάθεια, οι πολιτιστικοί παράγοντες και οι ανεπαρκείς υποδομές, εξακολουθούν να προκαλούν ανησυχία και συχνά υπερτερούν των αρχικών δυνατοτήτων ανάπτυξης σε ξένες αγορές, σύμφωνα με τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων.

Η έρευνα δείχνει επίσης μια διαφορά στη διεθνή δραστηριότητα μεταξύ των ΜμΕ σε αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες αγορές: σχεδόν το 69 τοις εκατό των ερωτηθέντων από τις χώρες G7 (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Καναδάς, ΗΠΑ, Βρετανία) έχουν ήδη διεθνή εμπορική δραστηριότητα, ενώ το ποσοστό των ερωτηθέντων, από τις χώρες BRICM (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Μεξικό), είναι μόνο 46 τοις εκατό.

Για τη μελέτη, ερευνήθηκαν 480 μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε 12 χώρες και 20 κλάδους και έπειτα πραγματοποιήθηκαν λεπτομερείς συνεντεύξεις, με επιλεγμένα ανώτατα στελέχη ΜΜΕ και αξιωματούχους από ομάδες business lobbying.

Πολλές ΜμΕ αντιμετωπίζουν εμπόδια στην προσπάθειά τους να δραστηριοποιηθούν στο διεθνές εμπόριο. Η ποιότητα των υποδομών μιας αγοράς-στόχου, η πολιτική σταθερότητα, το διοικητικό κόστος για τη δημιουργία μιας τοπικής παρουσίας και πολιτιστικές διαφορές στην επιχειρηματική δραστηριότητα, αναφέρονται συνολικά από τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα ως παράγοντες που τους αποθαρρύνουν αναφορικά με την είσοδο σε νέες αγορές.

Η έλλειψη εξοικείωσης με τις ξένες αγορές αντιμετωπίζεται ως ένας πολύ σημαντικός παράγοντας: ποσοστό 84% των ερωτηθέντων θεωρεί την κατανόηση της κουλτούρας και της γλώσσας μιας αγοράς-στόχου ως σημαντικό ή πολύ σημαντικό παράγοντα για τον προσδιορισμό της ελκυστικότητάς της.

Το γεγονός αυτό εξηγεί, επίσης, γιατί οι περισσότερες ΜμΕ επεκτείνονται σε αγορές που μοιάζουν με τις δικές τους. Η έκθεση δείχνει ότι οι ΜμΕ από τις αγορές της περιοχής BRICM είναι πιο πιθανό να αναζητήσουν ευκαιρίες ανάπτυξης σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις από τις οικονομίες των χωρών G7 είναι περισσότερο ενεργές σε άλλες ανεπτυγμένες αγορές.

Για παράδειγμα, το 15% των ερωτηθεισών εταιρειών στις χώρες της περιοχής BRICM λειτουργούν στη Ρωσία, την Κίνα, την Ινδία και τη Νότια Αμερική, ενώ για τις εταιρείες από τις χώρες G7 το ποσοστό αυτό είναι μόνο 3,6 τοις εκατό.

«Οι ΜμΕ των χωρών BRICM είναι καλύτερα τοποθετημένες σε άλλες αναπτυσσόμενες αγορές, χάρη στην ανεπτυγμένη ικανότητά τους να ανταποκρίνονται στις σημερινές προκλήσεις αυτών των αγορών. Επίσης, επωφελούνται από το χαμηλότερο κόστος, αλλά και το μικρότερο πλήθος ανταγωνιστών.

Αν θεωρείτε τις χώρες αυτές ως τις αναπτυσσόμενες αγορές του μέλλοντος, τότε οι ΜμΕ των βιομηχανικών οικονομιών πρέπει να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους για τις αναδυόμενες αγορές και να εντοπίσουν νέες στρατηγικές που θα τις βοηθήσουν να είναι ανταγωνιστικές σε διεθνές επίπεδο στο μέλλον», δήλωσε ο Ken Allen, διευθύνων σύμβουλος της DHL Express.

Τακτική επέκτασης

Αναφορικά με την τακτική επέκτασης, η έρευνα δείχνει ότι οι εταιρικές σχέσεις είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η πλειονότητα των φιλόδοξων μικρομεσαίων επιχειρήσεων των G7 προτιμούν να εργάζονται με διανομείς, μεταπωλητές και άλλες εταιρείες με εδραιωμένα δίκτυα, για να διατηρήσουν τα κόστη τους χαμηλά καθώς αγωνίζονται να κερδίσουν μια νέα αγορά.

Η μελέτη εντόπισε μια σειρά από καινοτόμες προσεγγίσεις στον τομέα αυτό, όπως το να χρησιμοποιείται ένα υφιστάμενο δίκτυο λιανικής πώλησης άλλης εταιρείας για την είσοδο στην αγορά της Αφρικής που βρίσκεται νότια της Σαχάρας. Οι μικρότερες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Κίνα, αλλά για μικρό στην Αφρική.

Παρά την προβολή της από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης ως μιας περιοχής με ισχυρή ανάπτυξη, η Αφρική εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται με σχετική επιφύλαξη από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Περίπου το 40% των ερωτηθέντων της έρευνας, που βρίσκονται στις χώρες G7 και BRICM, δεν βλέπουν καμία ευκαιρία ανάπτυξης στην περιοχή. Το ασταθές πολιτικό περιβάλλον και η χαμηλή ανάπτυξη των υποδομών έχουν ως αποτέλεσμα πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις να εγκαταλείπουν τις προσπάθειές τους, αφήνοντας το πεδίο ανοιχτό σε πολυεθνικές και κρατικές εταιρείες με περισσότερους οικονομικούς και άλλους πόρους στη διάθεσή τους.

Η Κίνα, από την άλλη πλευρά, παραμένει η πιο ελκυστική αγορά ανάπτυξης για μικρομεσαίες επιχειρήσεις που επιθυμούν να επεκταθούν σε παγκόσμιο επίπεδο. Το καθαρό μέγεθος της αγοράς και της εστιασμένης οικονομικής πολιτικής της κινεζικής κυβέρνησης έχει δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για ανάπτυξη.

Ωστόσο, αυτοί οι παράγοντες, καθώς και οι πολιτιστικές διαφορές που θα αντιμετωπίσουν πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατά τις συναλλαγές τους με την Κίνα, σημαίνουν επίσης ότι ο προσεκτικός σχεδιασμός και η σωστή στρατηγική εισόδου αποτελούν κρίσιμα ζητήματα. 
 
ENET.GR