Επόμενο «στοίχημα» η σύνδεση της αγροδιατροφής με τον τουρισμό

Της Στεφανίας Σούκη

Στον απόηχο των θετικών επιδόσεων του εννιαμήνου του 2017 με τα 23,5 εκατ. των αφίξεων (+10,3%) και τα σχεδόν 13 δισ. ευρώ των εισπράξεων (+10,3%) σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2016, το κύριο όχημα που επιλέγει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων για την περαιτέρω ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού, περνάει πλέον μέσα από τον εμπλουτισμό της εμπειρίας που προσφέρει ο κλάδος στους ταξιδιώτες της χώρας.

Βασικό κομμάτι αυτής της εμπειρίας, όπως φάνηκε κατά το χθεσινό «Φόρουμ Αγροδιατροφής, Βιομηχανίας, Τουρισμού» είναι η σύνδεση της αγροτικής παραγωγής με τον τουρισμό, η οποία ωστόσο, πέραν της εγγενούς, συνολικής αδυναμίας της αδύναμης και κατακερματισμένης παραγωγικής βάσης, συναντά τέσσερα βασικά εμπόδια - αιτίες για τις οποίες τελικά οι Ελληνες ξενοδόχοι δεν επιλέγουν σε τόσο μεγάλο βαθμό τα εγχώρια νωπά προϊόντα:

Οπως προκύπτει από τη σχετική μελέτη της PricewaterhouseCoopers, οι τέσσερις αιτίες έχουν να κάνουν με το υψηλότερο κόστος, την αδυναμία ως προς την κάλυψη της ζήτησης, την περιορισμένη κάλυψη της γκάμας των προϊόντων που ζητούν οι ξενοδόχοι αλλά και την όχι και τόσο αποτελεσματική συνεργασία με τους τελικούς προμηθευτές. Παρ' όλ΄αυτά «η προοπτική της ενίσχυσης αυτής της διασύνδεσης είναι πολύ πιο μεγάλη από τα εμπόδια που προκύπτουν», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε χθες στο πλαίσιο του φόρουμ ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ κ. Γιάννης Ρέτσος.

Ο ρόλος τον οποίο μπορεί να παίξει ο τουριστικός κλάδος μάλιστα μεγαλώνει όσο βελτιώνεται και η ποιότητα των υπηρεσιών των ξενοδοχείων, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι με βάση τα στοιχεία της ίδιας μελέτης της PwC, οι δαπάνες σε προμήθειες των ξενοδοχείων 5 αστέρων (κατά μέσο όρο) είναι τρείς φορές περισσότερες ανά κλίνη σε σύγκριση με την αμέσως επόμενη κατηγορία των ξενοδοχείων 4 αστέρων.

«Είναι σημαντικό να ενισχύσουμε τη διασύνδεση του τουρισμού με την αγροδιατροφή και εδώ υπάρχει μεγάλο περιθώριο", ανέφερε χθές ο κ. Ρέτσος. "Ο πρωτογενής τομέας, η γαστρονομία, τα τοπικά προϊόντα, είναι ανταγωνιστικά μας πλεονεκτήματα που ενισχύουν το προϊόν μας, το διαφοροποιούν, και τελικά η σύνθεση αυτή βοηθά στο χτίσιμο τουριστικής συνείδησης.

Η διασύνδεση, όχι μόνο αυξάνει δυνητικά τις ευκαιρίες για εγχώρια παραγωγή, δημιουργία νέων αγορών και ανάπτυξη ποιοτικών προϊόντων, αλλά προσφέρει και ευκαιρίες για την ανάδειξη προορισμών, μέσω της δημιουργικής παραγωγής, της διάθεσης και εμπορίας τοπικών προϊόντων, της γαστρονομίας και της βιωματικής εμπειρίας.

Παράλληλα, τα τρόφιμα υψηλής ποιότητας είναι ζητούμενο για το σύνολο των τουριστικών καταλυμάτων και η προμήθεια του μεγαλύτερου μέρους από τους τοπικούς παραγωγούς, μπορεί να αποφέρει σημαντικά οφέλη και να δημιουργήσει νέες επενδύσεις και θέσεις εργασίας στην τοπική παραγωγή».

Οπως επισημάνθηκε πάντως χθές, οι προκλήσεις της ανάθεσης της προμήθειας τροφίμων στους τοπικούς προμηθευτές, πρέπει να αντιμετωπιστούν κατά τρόπο τέτοιο, που να ανταποκρίνεται στα εμπορικά πρότυπα, στις απαιτούμενες ποσότητες και στις προτιμήσεις των πελατών και να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις απαραίτητες προδιαγραφές ποιότητας, υγιεινής και ασφάλειας. Για παράδειγμα, η εξασφάλιση ενός κοινού σήματος ποιότητας είναι ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ εξίσου κρίσιμο, είναι το πλαίσιο πολιτικής που προωθεί τις διασυνδέσεις μεταξύ του τομέα της γεωργίας, του τουρισμού και του εμπορίου. Το περιβάλλον της εμπορικής πολιτικής θα πρέπει να είναι ευνοϊκότερο για τον ιδιωτικό τομέα και τις επενδύσεις, υποστηρίζοντας, ταυτόχρονα, τους τοπικούς επιχειρηματίες μέσω κατάλληλων κινήτρων.

«Ο ΣΕΤΕ υλοποιεί μια δέσμη ενεργειών, προκειμένου να είναι σε θέση να προσφέρει δημιουργικά στον δημόσιο διάλογο για τα οφέλη της διασύνδεσης της αγροδιατροφής με τον τουρισμό.

Στοχεύουμε, στην ανάληψη πρωτοβουλίας -σε συνεργασία με άλλους φορείς- για τη δημιουργία ειδικού προγράμματος «Αυθεντικής Ελληνικής Διατροφής και Γαστρονομίας», το οποίο θα έχει ως αντικείμενο τον εμπλουτισμό της διατροφής που προσφέρεται στα τουριστικά καταλύματα, με χαρακτηριστικά ελληνικά αγροδιατροφικά προϊόντα, καθώς και παραδοσιακά τοπικά εδέσματα, που αναδεικνύουν τη γαστρονομική παράδοση και ταυτότητα του εκάστοτε τουριστικού προορισμού. Με την πρωτοβουλία αυτή σκοπεύουμε να αναδείξουμε τον πλούτο και την ιδιαιτερότητα των τοπικών προϊόντων και της τοπικής κουζίνας, φέρνοντας κοντά τον τουρισμό με τους τοπικούς παραγωγούς.

Από το καλοκαίρι, έχουμε υλοποιήσει μια σειρά συναντήσεων ανά την Ελλάδα. Έχουμε επισκεφτεί την Αλεξανδρούπολη, τη Θεσσαλονίκη, την Κέρκυρα, τον Βόλο, την Πάτρα, την Τρίπολη, τη Σαντορίνη, την Κρήτη, τη Ρόδο, ενώ έως και τον επόμενο μήνα θα έχουμε επισκεφτεί τη Λαμία και τα Γιάννενα. Σε όλους αυτούς τους προορισμούς, ήρθαμε σε επαφή τόσο με τα Μέλη μας, όσο και με τους παραγωγικούς φορείς και επισκεφτήκαμε πρότυπες γαλακτοκομικές μονάδες, παραγωγούς κρασιού, συνεταιρισμούς τοπικών προϊόντων και φάρμες. Ένα πρώτο συμπέρασμα από αυτές τις συναντήσεις, είναι το ότι υπάρχει έντονη διάθεση για στενότερη συνεργασία. Υπάρχει πρόσφορο έδαφος, που αν το εκμεταλλευτούμε, είναι βέβαιο πως θα δημιουργήσουμε αξία τόσο στο τοπικό τουριστικό προϊόν, όσο και στις τοπικές κοινωνίες», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ρέτσος.


newmoney.gr


Εγγραφείτε στο newsletter για τα τελευταία επιχειρηματικά και επενδυτικά νέα