Τεχνητός Φωτισμός: Εργαλείο Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού

Της Mικαέλας Χαραλάμπους*



Η μελέτη στο θέμα «τεχνητός φωτισμός» δεν πρέπει να συγχέεται με την ηλεκτρολογική μελέτη. Μιλώντας εδώ, για τεχνητό φωτισμό αναφερόμαστε στο φως ως εργαλείο αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, στον κατάλληλο δηλαδή, σχεδιασμό φωτισμού ενός χώρου που αφορά το λειτουργικό και αισθητικό αποτέλεσμα και όχι τις τεχνικές προδιαγραφές μιας εγκατάστασης.

Η μελέτη του τεχνητού φωτισμού από αρχιτεκτονική σκοπιά, βοηθά στην ανάδειξη των υλικών, της ογκοπλασίας ενός κτιρίου, των σημείων – λεπτομερειών δηλαδή των διαφόρων ποιοτήτων ενός χώρου.


Το φώς δίνει έμφαση στην μορφή και οργανώνει τον χώρο δημιουργώντας μία οπτική διάταξη στο κτισμένο περιβάλλον. Προσδίδει χαρακτήρα, ενδιαφέρον και ένταση σε ένα χώρο. Χωρίς αυτό, δεν υπάρχει ικανοποιητική οπτική αντίληψη. Το φως είτε φυσικό είτε τεχνητό, είναι απαραίτητη προϋπόθεση γα την χωρική αντίληψη και κιναισθησία. Αυτό, ορίζει το χώρο, δημιουργεί διαδρομές-ζώνες, ιεραρχεί τις κινήσεις και την διάδραση σε ένα χώρο. Το φώς ως σηματοδότης, μπορεί να εκφράσει οικειότητα, φιλοξενία, και να προσφέρει εναλλακτικές εμπειρίες σε ένα χώρο, σαν ρυθμιστής της διάθεσης των ατόμων.


Το τεχνητό φως είναι απόλυτα ελεγχόμενο ως προς τη διάρκεια, την ποσότητα – ένταση, τη γωνία πρόπτωσης και το χρώμα. Κάθε χώρος απαιτεί την κατάλληλη θερμοκρασία φωτισμού, η οποία επιτυγχάνεται με διαφορετικές χρωματικές πηγές φωτός όπως παραδείγματος χάρη, μια σχολική αίθουσα χρειάζεται διαφορετική θερμοκρασία χρώματος από το καθιστικό του σπιτιού μας, ένα ιατρείο ή μια βιτρίνα καταστήματος.

Το φώς έχει άμεση σχέση και με τα υλικά. Λείες επιφάνειες, αντανακλούν το φώς όπως ο καθρέφτης, ενώ πιο τραχιές, μη διαφανείς επιφάνειες, όπως η ακατέργαστη πέτρα, το ξύλο και ο σοβάς διαχέουν το φώς, εξίσου προς όλες τις κατευθύνσεις. Ουσιαστικά, μια αλλαγή στα υλικά ενός χώρου μπορεί να αλλάξει την αίσθηση που μας δίνει ο χώρος καθώς και τα επίπεδα φωτισμού.


Για παράδειγμα, ένας λευκός τοίχος αντανακλά περίπου το 82% του φωτός που προσπίπτει στην επιφάνεια του, ένας ανοιχτός κίτρινος το 78% και ένας σκούρος πράσινος ή μπλε το 7% περίπου. Οι έγχρωμες επιφάνειες προσδίδουν μέρος της απόχρωσης τους στο φώς που αντανακλάται πάνω τους.



Κατ’ επέκταση, είναι γενικά παραδεκτό ότι κάθε σχεδιασμός τεχνητού φωτισμού διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στην ψυχολογία των χρηστών ενός χώρου. Ο έμμεσος και άμεσος φωτισμός αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας μιας αρχιτεκτονικής μελέτης που εξασφαλίζει την οπτική άνεση, την ευημερία και ευεξία.

Όσον αφορά στη χρήση που έχει ο τεχνητός φωτισμός στον αστικό σχεδιασμό, η κατάλληλη επιλογή φωτισμού προσφέρει ασφάλεια και βοηθάει επίσης στον προσανατολισμό. Οι άνθρωποι έχουμε την τάση να ακολουθούμε το φώς. Είναι σαν το φώς να ενθαρρύνει μία πορεία. Τα φωτεινότερα αντικείμενα ή σημεία φωτός είναι αυτά τα οποία μας προσελκύουν περισσότερο. Το «νυκτερινό» -μη φυσικό- φως προσδίδει ζωή, ανάπτυξη και χρώμα, σε υποβαθμισμένες περιοχές, προβάλλει κτίρια και σημεία ενδιαφέροντος σε μια περιοχή. Ωστόσο, η σωστή μελέτη του τεχνητού φωτισμού είναι εκ των ων ουκ άνευ για την αποφυγή φωτορύπανσης, σπατάλης ενέργειας και προσβολής της αρχιτεκτονικής.



Έχει κατά καιρούς ειπωθεί ότι ο φωτισμός είναι η τέταρτη διάσταση της αρχιτεκτονικής. Ο αρχιτέκτονας πλάθει – σχεδιάζει το χώρο αλλά την πραγματική του διάσταση ο χώρος, την οφείλει στο φώς, στον «τελευταίο κριτή της αρχιτεκτονικής». Το φώς συμβάλει στην αποσαφήνιση του χώρου, εφόσον δίνει έμφαση στην μορφή «μιας σκηνής», ενός δωματίου-χώρου ορίζοντας τις επιφάνειες που το εσωκλείουν.

Με όσα προαναφέρθηκαν, είναι σαφής ο σημαντικός ρόλος που έχει ο τεχνητός φωτισμός. Η επιλογή του φωτισμού δεν μπορεί να είναι τυχαία. Το φως είναι το μέσο που εισέρχεται στην κατασκευή, αποκαλύπτει τις προθέσεις του αρχιτέκτονα και φανερώνει τα στοιχεία εκείνα που κεντρίζουν την προσοχή, συγκινούν τον επισκέπτη. Το τεχνητό –και όχι μόνο- φώς είναι ένα αρχιτεκτονικό εργαλείο – υλικό. Θεωρείται η «άυλη ύλη», το μέσο σχεδιασμού που προσδίδει ατμόσφαιρα και είναι ικανό να προκαλέσει δραματικότητα σε ένα χώρο.


* MΙΚΑΕΛΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ: Γεννήθηκε στην Κύπρο, και συγκεκριμένα στη Λεμεσό. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σήμερα, εργάζεται ως αρχιτέκτονας μηχανικός. Στον ελεύθερο της χρόνο ασχολείται με διάφορες χειροτεχνίες, διαβάζει βιβλία και περνάει χρόνο με φίλους
Πηγή: maxmag.gr