Κοστολόγηση και επιχειρηματικότητα: Εισαγωγή στην κοστολόγηση [3ο μέρος]

Στο προηγούμενο μέρος του αφιερώματος μας κάναμε μια παρουσίαση κάποιων κοστολογικών εννοιών με στόχο τη διευκόλυνση του αναγνώστη στην κατανόηση των κοστολογικών διεργασιών. Στόχος του παρόντος άρθρου είναι να τον μυήσει στις διεργασίες κοστολόγησης. Η μύηση θα επιτευχθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε αυτός να αντιληφθεί τα οφέλη της μεθόδου.

Οι περισσότεροι συνήθως θεωρούν ότι οι διεργασίες κοστολόγησης αφορούν κυρίως στο λογιστήριο μίας επιχείρησης. Θα αποδείξουμε ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Στις διεργασίες κοστολόγησης πρέπει να εμπλέκονται το λογιστήριο, ο υπεύθυνος παραγωγής αλλά και το τμήμα πωλήσεων κάθε επιχείρησης.

Στην εικόνα που ακολουθεί απεικονίζεται ένα σύστημα εργασίας. Ένα σύστημα εργασίας μπορεί να είναι μία μεμονωμένη θέση εργασίας, ένα μικροσύστημα, όπως π.χ. η θέση εργασίας μίας κομμώτριας ή ενός τορναδόρου. Μπορεί επίσης να είναι μακροσύστημα, δηλαδή ολόκληρη η επιχείρηση. Όπως απεικονίζεται, βλέπουμε ότι ένα σύστημα εργασίας ορίζεται από επτά παραμέτρους.

Γραφική παράσταση συστήματος εργασίας


Η κοστολόγηση, λοιπόν, είναι μία σύνθετη πράξη η οποία, μέσα από τις διεργασίες που την αφορούν, έρχεται να συντονίσει τις παραμέτρους:
  • Είσοδος
  • Άνθρωπος
  • Ροή εργασίας
  • Μέσα παραγωγής
  • Περιβαλλοντικές επιρροές
έτσι ώστε η έβδομη παράμετρος, η έξοδος, το τελικό προϊόν-προϊόντα, να είναι το μέγιστο δυνατό ποσοτικό και ποιοτικό αποτέλεσμα που μπορεί να δώσει το σύστημα εργασίας. Το αποτέλεσμα δε αυτό, να είναι στο ελάχιστο δυνατό κόστος που μπορεί να επιτευχθεί στο συγκεκριμένο σύστημα εργασίας.

Ένας οργανισμός ο οποίος καταγράφει βαθμό απασχόλησης στο 100%, έχει πετύχει πράγματι το χαμηλότερο τελικό κόστος ανά τεμάχιο για τα προϊόντα του. Και τούτο διότι κατάφερε να επιμερίσει τα σταθερά κόστη του, στο μεγαλύτερο δυνατό αριθμό τεμαχίων.

Στις καμπύλες που παρατίθενται παρακάτω, οι οποίες έχουν ως συντεταγμένες το κόστος και την παραχθείσα ποσότητα, παριστάνεται η διαφοροποίηση του κόστους ανά τεμάχιο. 

Παρατηρούμε, π.χ., ότι η συμμετοχή του σταθερού κόστους, ανά τεμάχιο, ακολουθεί φθίνουσα πορεία όσο αυξάνεται ο αριθμός των τεμαχίων. Αντίθετα, τα μεταβλητά κόστη ανά τεμάχιο δεν επηρεάζονται από τις μεταβολές στις παραχθείσες ποσότητες, παραμένουν σταθερά.

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΣΤΑΘΕΡΩΝ ΚΟΣΤΩΝ



ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ ΚΟΣΤΩΝ



Συμπέρασμα: Όσο περισσότερα τεμάχια παράξει ένα σύστημα εργασίας, τόσο θα φθίνει το κόστος ανά τεμάχιο.

Ερώτημα: Ποιος είναι ο μεγαλύτερος αριθμός τεμαχίων που μπορεί να παράξει ένα σύστημα εργασίας; 

Απάντηση: Αν ένα σύστημα εργασίας εκμεταλλευτεί το δυναμικό του στο 100%, έχει πετύχει το χαμηλότερο δυνατό κόστος ανά τεμάχιο που του επιτρέπει η δομή του.

Από τα παραπάνω αναφερθέντα γίνεται ευδιάκριτο ότι οι κοστολογικές διεργασίες δίνουν πληροφορίες για την οργάνωση της παραγωγής.

Αναγνωρίζοντας έτσι, μέσα από τις κοστολογικές διεργασίες, τον βαθμό απασχόλησης κάθε δραστηριότητας - κέντρου κόστους, μπορούμε να κατευθύνουμε στη συνέχεια το τμήμα πωλήσεων, έτσι ώστε με συγκεκριμένες προσφορές και εστιασμένες πωλήσεις να αυξηθούν οι παραγωγές συγκεκριμένων κωδικών, να αυξηθεί ο βαθμός απασχόλησης και να έχουμε τη φθίνουσα πορεία των σταθερών κοστών.

Η πληροφορία της κοστολόγησης, λοιπόν, είναι απαραίτητη στον υπεύθυνο παραγωγής, ο οποίος θα συμβάλλει μεν με την γνώση του στην διαμόρφωση της πληροφορίας αυτής, ταυτόχρονα όμως θα ωφεληθεί από αυτήν. Είναι όμως απαραίτητη και στον υπεύθυνο πωλήσεων, προκειμένου αυτός να προβεί στις απαραίτητες διορθωτικές – προληπτικές ενέργειες για την αύξηση του βαθμού απασχόλησης.

Εφόσον τα παραπάνω ισχύουν, λογικό είναι το επόμενο ερώτημα που πρέπει να τεθεί να είναι: «πότε, χρονικά, πρέπει να γίνει η κοστολόγηση;» Πριν απαντηθεί αυτό, πρέπει προηγουμένως να εισαχθεί η έννοια της κοστολογικής περιόδου. Ως τέτοια ορίζεται μία χρονική περίοδος εντός της οποίας γίνονται οι κοστολογικές διεργασίες μας. Μία περίοδος η οποία έχει συγκεκριμένα:
  • Έμμεσα κόστη (π.χ. οι λογαριασμοί και τα υπολογιστικά κόστη)
  • Άμεσα κόστη (π.χ. αμοιβές εργαζομένων, υλικές αναλώσεις) 
  • Παραχθείσες ποσότητες ετοίμων και ημιετοίμων προϊόντων
Σύμφωνα με τον παραπάνω ορισμό λοιπόν, όταν πρόκειται να κοστολογήσουμε πρέπει να αναφέρουμε την κοστολογική περίοδο στην οποία επιχειρούμε καθώς επίσης και τις ημέρες εργασίας της κοστολογικής περιόδου..

Συνηθίζεται οι κοστολογικές διεργασίες να εκτελούνται στο τέλος της κοστολογικής περιόδου. Αυτό είναι λάθος. Στο τέλος της κοστολογικής περιόδου και αν αυτή δεν γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, έχουν γίνει οι επιλογές, έχουμε πλέον ιστορικά στοιχεία, δεν μπορούμε να κάνουμε διορθωτικές ενέργειες.

Άρα, σκόπιμο είναι η κοστολόγηση, όπως την περιγράψαμε μέχρι στιγμής, να γίνεται στην αρχή της κοστολογικής περιόδου, να γίνεται προϋπολογιστικά, έτσι ώστε να ελέγχουμε και να κατευθύνουμε τις πωλήσεις-παραγωγές.

Στο τέλος της περιόδου θα κάνουμε απολογισμό. Με απολογιστικά στοιχεία θα πρέπει να ελέγξουμε τον προϋπολογισμό ώστε να κάνουμε τις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες στη νέα προϋπολογιστική κοστολογική περίοδο. Δηλαδή, η νέα προϋπολογιστική κοστολογική περίοδος θα έχει λάβει υπόψη της τον απολογισμό της προηγούμενης περιόδου.

Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος του αφιερώματος μας, την επόμενη εβδομάδα, θα ρίξουμε μια ματιά στη διαδικασία της κοστολόγησης βάσει δραστηριοτήτων.

Δείτε εδώ το 1ο μέρος και εδώ το 2ο μέρος του αφιερώματος

epixeiro.gr