Πώς η Fed τρομοκράτησε τους επενδυτές

Kαθώς πλησιάζουμε το τέλος ενός οικονομικού κύκλου οι ισολογισμοί είναι ύψιστης σημασίας. Εξηγούν γιατί οι επενδυτές αρχίζουν να ανησυχούν για το επίπεδο του εταιρικού χρέους που συσσωρεύτηκε την περασμένη δεκαετία.

Aυτή τη στιγμή, όμως, ένας συρρικνούμενος ισολογισμός αναδύεται σε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα: αυτός της FED. Η σημασία των τεράστιων ποσοτήτων που επιτρέπεται να ελαττωθεί, με αυτό που εμφανίζεται ως ο μέτριος ρυθμός των 50 δισ. δολαρίων το μήνα, έγινε ξεκάθαρη αυτή την εβδομάδα όταν ο πρόεδρος της FED απευθύνθηκε στους δημοσιογράφους σε μια συνέντευξη τύπου.

Έχοντας αυξήσει τα επιτόκια και χαμηλώνοντας τις προσδοκίες για το ρυθμό σύσφιξης το 2019, ο Powell πυροδότησε μια πολύ αρνητική αντίδραση στις μετοχές και τις αγορές πίστωσης όταν επιβεβαίωσε ότι ο ρυθμός των 50 δισ. δολαρίων το μήνα είναι «σε αυτόματο πιλότο».

H λογική της κεντρικής τράπεζας είναι ότι ένα συνεπές μήνυμα για τον ισολογισμό, ο οποίος «φούσκωσε» λόγω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, είναι χρήσιμη για τους επενδυτές. Υπονοεί, όμως, ότι ακόμα και εάν η αγορά ομολόγων προέβλεψε σωστά ότι δεν θα υπάρξει μεγαλύτερη επιτοκιακή σύσφιξη την επόμενη χρονιά, ένας συρρικνούμενος ισολογισμός σημαίνει ότι οι επενδυτές αντιμετωπίζουν ακόμα την απώλεια της εύκολης ρευστότητας. Επιπρόσθετα, όταν ο επικεφαλής της FED λέει στις αγορές ότι οι αποφάσεις της κεντρικής τράπεζας στηρίζονται στα στοιχεία, αλλά εν συνεχεία επιμένει σε ένα υφιστάμενο σχέδιο για τον ισολογισμό, έχει σημαντικό επικοινωνιακό πρόβλημα.

H κοινή πεποίθηση ανάμεσα στους επενδυτές είναι ότι η πίεση στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης έδωσε ώθηση στο επικίνδυνο ενεργητικό, όπως οι μετοχές και η πίστωση. Καθώς η Fed περιορίζει τον ισολογισμό της και η ΕΚΤ τελειώνει φέτος το πρόγραμμα καθαρών αγορών ομολόγων, αναλυτές στην TS Lombard εκτιμούν ότι «η καθαρή παροχή ρευστότητας από τις τέσσερις μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα αρχίσει να συρρικνώνεται από τις αρχές της επόμενης χρονιάς».

Kαθώς ο ρυθμός της ποσοτικής σύσφιξης επιταχύνει η επώδυνη επανατιμολόγηση των μετοχών και της πίστωσης είναι αναπόφευκτη. Για το μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς η Wall Street το χειρίστηκε αυτό πολύ καλά, με την οδηγούμενη από τις τεχνολογικές εταιρείες αμερικανική αγορά καθαρό νικητή, καθώς αναδυόμενες αγορές και άλλες αναπτυγμένες υπέφεραν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Mετά τον Οκτώβριο η διαφορά μεταξύ των αμερικανικών αγορών και αυτών του υπόλοιπου πλανήτη μειώθηκε απότομα και αυτό επιταχύνεται καθώς η χρονιά οδεύει στο τέλος της. Τώρα είναι η περίοδος που οι μάνατζερ των funds -των οποίων η απόδοση κρίνεται κατά τη διάρκεια της χρονιάς- ψαλιδίζουν θέσεις και γράφουν κέρδη και ζημιές της χρονιάς. Αυτή η χρονιά, ωστόσο, η συνήθης συμπεριφορά ανατράπηκε από μια μεγάλη κίνηση προς την έξοδο.

O S&P 500 υποχωρεί 10% μόνο αυτόν το μήνα ενώ ο παγκόσμιος δείκτης FTSE All World index (εξαιρώντας τις ΗΠΑ) έπεσε 4,8%. Δεν φαίνεται κάποια αίσθηση ανακούφισης από αυτό που υπήρξε μια φτωχή χρονιά για τις περισσότερες επενδυτικές κατηγορίες. Το ότι ο S&P 500 αντιμετωπίζει τον χειρότερο Δεκέμβριο από το 1931 λέει πολλά για την πίεση στην αγορά.

Mια εξήγηση για αυτή τη βίαια αντίδραση των μετοχών στα σχόλια του κου Powell για τον ισολογισμό είναι ότι οι επενδυτές πιστεύουν πως η προσέγγιση αυξάνει τις πιθανότητες για ένα λάθος πολιτικής, στο οποίο η κεντρική τράπεζα συσφίγγει υπερβολικά και τελικά συμβάλει στην ύφεση της οικονομίας.

H επακόλουθη πτώση της αξίας των πιο επικίνδυνων ενεργητικών μπορεί να γίνει αυτοτροφοδοτούμενη. Η πώληση γεννά πώληση, καθώς η υποχώρηση των τιμών των μετοχών και της πίστωσης εξαναγκάζει σε συνθηκολόγηση τους επενδυτές. Δεν μετρά το ότι οι αποτιμήσεις γίνονται ακόμα φθηνότερες, ούτε με το γεγονός ότι η οικονομία των ΗΠΑ και τα εταιρικά κέρδη, αμφότερα αναμένεται να αυξηθούν την επόμενη χρονιά. Η υφιστάμενη διάθεση είναι η έξοδος από το πιο επικίνδυνο ενεργητικό.

H δυσκολία που αντιμετωπίζουν τόσο οι επενδυτές -που πρέπει να ψάχνουν για ευκαιρίες στα χαλάσματα- όσο και οι χαράκτες πολιτικής της FED, είναι να βρουν πόσο περισσότερο πρέπει να συνεχιστεί η απομείωση των συναλλαγών και των χαρτοφυλακίων που χτίστηκε την εποχή του φθηνού χρήματος. Η γενική υποψία είναι ότι υπάρχει ακόμα δρόμος, ειδικά αν η εξαργύρωση μεριδίων σε funds στις αρχές της επόμενης χρονιάς οδηγήσει σε περισσότερες πωλήσεις μετοχών και πίστωσης.

Eνα τέτοιο σενάριο δημιουργεί τον κίνδυνο η δυσάρεστη διάθεση της αγοράς να μολύνει το επιχειρηματικό και καταναλωτικό κλίμα, ένας κίνδυνος που αναγνωρίζεται από την δήλωση της FED αυτή την εβδομάδα που αναφέρθηκε σε «οικονομικές εξελίξεις» και «τις επιπλοκές τους στις οικονομικές προοπτικές».

Aυτά τα επεισόδια τείνουν να τελειώνουν με την FED, μετά από μια περίοδο αντίστασης, να δίνει στην αγορά χρόνο να ηρεμήσει, ώστε να προφυλαχτεί η οικονομία από πλήγμα. Αν η υφιστάμενη καταιγίδα στις αγορές συνεχίζει να μαίνεται το 2019 (και δούμε κάποια πίεση από τις εμπορικές συνομιλίες ΗΠΑ-Κίνας ή κάποια σημάδια αδυναμίας στα αμερικανικά οικονομικά στοιχεία) τότε μια παύση από την FED θα έρθει γρήγορα.

Oταν ο κος Powell καλέσει για την επόμενη συνέντευξη τύπου μετά από τη συνεδρίαση της FED στα τέλη Ιανουαρίου, θα έχουμε μια καλύτερη εικόνα για το εάν η υφιστάμενη νευρικότητα στις αγορές είναι κυρίως θόρυβος ή κάτι πολύ πιο ανησυχητικό για την κεντρική τράπεζα.

Έως τότε είναι θέμα του να σταθείς κόντρα στον άνεμο.


Tου Michael MacKenzie
Copyright The Financial Times Limited 2017. All rights reserved

euro2day.gr


Όλες οι σημαντικές εξελίξεις στο e-mail σου από το ERGON blog!