Τι άλλαξε στον κλάδο των τροφίμων μετά το Ρωσικό εμπάργκο

Ενδιαφέρουσα ανάλυση δημοσιεύεται στο 5ο τεύχος του μηνιαίου δελτίου οικονομικών εξελίξεων που εκδίδει το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής Gaidar σχετικά με τις αλλαγές που σημειώθηκαν στις ροές των προϊόντων τροφίμων μετά την επιβολή τον Αύγουστο του 2014 από την Ρωσία απαγόρευσης εισαγωγών για ένα ευρύ φάσμα γεωργικών προϊόντων και τροφίμων από τις χώρες της ΕΕ, τη Νορβηγία, τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία, ως απάντηση προς τις οικονομικές κυρώσεις που της επέβαλαν οι χώρες της Δύσης.

Προ της επιβολής των αντιμέτρων, το μερίδιο των εξαγωγών των χωρών αυτών που κατευθυνόταν στη Ρωσία όσον αφορά τα προϊόντα τροφίμων ανερχόταν κατά μέσο όρο σε 4,8%, με τις μεγαλύτερες κατηγορίες να είναι το γάλα με μερίδιο 9,1%, το κρέας με 7,3%, τα λαχανικά με 6,9% και τα φρούτα με 8,3%.

Από την άλλη πλευρά, το μερίδιο που καταλάμβαναν οι εισαγωγές τροφίμων από τις ανωτέρω χώρες στις συνολικές ρωσικές εισαγωγές τροφίμων ανερχόταν σε 44% (στο τέλος του 2015 το ποσοστό αυτό είχε μειωθεί στο 24%). 
 
Από την ανάλυση προκύπτει ότι οι εξαγωγές τροφίμων προς τη Ρωσία από τις χώρες που εμπίπτουν στη ρωσική απαγόρευση εισαγωγών μειώθηκαν κατά 66% το 2015 σε σύγκριση με το 2013, σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Τελωνειακής Υπηρεσίας. Ωστόσο, η συνολική αρνητική επίδραση του ρωσικού εμπάργκο στις οικονομίες των χωρών αυτών ήταν περιορισμένη. Σύμφωνα με το άρθρο, η συνολική αξία των εξαγωγών τροφίμων των χωρών υπό το εμπάργκο μειώθηκε μόλις κατά 7%.

Η μείωση αυτή δεν αποδίδεται τόσο στη μείωση του όγκου των εξαγωγών, αλλά μάλλον στη μείωση των τιμών των τροφίμων κατά τη δεδομένη περίοδο. Η μείωση των τιμών με τη σειρά της οφείλεται μάλλον στο μειωμένο κόστος παραγωγής των τροφίμων λόγω της πτώσης του κόστους της ενέργειας, παρά στην πλεονάζουσα προσφορά λόγω των επιπλέον ποσοτήτων που διοχετεύθηκαν στην αγορά, οι οποίες μέχρι τούδε απορροφούνταν
από τη Ρωσία.

Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει το άρθρο, οι απώλειες εσόδων των χωρών υπό το εμπάργκο από τη μείωση των εξαγωγών τροφίμων προς αγορές εκτός Ρωσίας ανήλθαν σε 14,2 δισ. δολάρια ΗΠΑ έναντι 12,4 δισ.δολαρίων ΗΠΑ που κόστισε η μείωση των εξαγωγών προς τη Ρωσία. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο, ο όγκος των εξαγωγών τροφίμων σε όρους ποσότητας παρουσίασε αύξηση, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι χώρες υπό εμπάργκο βρήκαν εναλλακτικές αγορές για τα προϊόντα τους αντί της Ρωσίας, όπου η ζήτηση παρέμεινε υψηλή.

Έτσι, παρατηρείται ότι το μερίδιο των τροφίμων ως ποσοστό των συνολικών εξαγωγών των χωρών αυτών μετά την εισαγωγή του εμπάργκο και εν μέσω της μείωσης των τιμών, παρουσιάζει αύξηση και διαμορφώθηκε από 8% σε 9%. Στην περίπτωση των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο όγκος των εξαγωγών στην πλειοψηφία των κατηγοριών των απαγορευμένων προϊόντων (για 14 από τις 24 κατηγορίες προϊόντων) σημείωσε αύξηση το 2015 σε σχέση με το 2013. Σε όρους αξίας, η μείωση που σημειώθηκε ήταν της τάξης του 10% σε τρέχουσες τιμές, ενώ ιδιαίτερα ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι εάν οι τιμές παρέμειναν στο επίπεδο του 2013, τότε οι εξαγωγείς προϊόντων διατροφής της ΕΕ θα έβλεπαν αύξηση των εσόδων τους το 2015 κατά περίπου 16%, ακόμη και υπό την υπόθεση της συνέχισης του ρωσικού εμπάργκο.

Το άρθρο αναφέρεται επίσης στο γεγονός ότι πολλά από τα υπό απαγόρευση προϊόντα βρίσκουν το δρόμο τους προς τη ρωσική αγορά μέσω των χωρών της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (ΕΟΕ). Ενδεικτικό αυτού είναι ότι παρά το γεγονός ότι η Ρωσία αποτελεί τον μεγαλύτερο καταναλωτή φρούτων και λαχανικών μεταξύ των χωρών της ΕΟΕ, μετά την επιβολή του εμπάργκο, ο όγκος των εισαγωγών φρούτων και λαχανικών στην ΕΟΕ όχι μόνο δεν μειώθηκε αλλά παρουσίασε αύξηση ακόμα και κατά 2-6 φορές.

Ωστόσο, η ζήτηση από αυτές τις χώρες δεν παρουσίασε ανάλογα ποσοστά αύξησης που θα δικαιολογούσαν τις πρόσθετες εισαγωγές, με αποτέλεσμα να καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο επιπλέον όγκος των φρούτων και λαχανικών που φθάνουν από την ΕΕ στις χώρες της ΕΟΕ θα μπορούσε να καταναλωθεί μόνο στη Ρωσία. Το άρθρο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επιλογή από τη Ρωσία της απαγόρευσης εισαγωγών αγροτικών προϊόντων και τροφίμων ως το κύριο όπλο στον πόλεμο των κυρώσεων είναι αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας.

Οι χώρες υπό το εμπάργκο έχουν χάσει μόλις το 7% της αξίας των εξαγωγών τους και αυτό κυρίως λόγω της μείωσης των τιμών, η οποία οφείλεται περισσότερο σε άλλους λόγους παρά στην πλεονάζουσα προσφορά προϊόντων, τα οποία στο παρελθόν προορίζονταν για τη Ρωσία. Είναι επομένως αμφίβολο κατά πόσο το εμπάργκο θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις οικονομίες των εν λόγω χωρών, οι οποίες κατάφεραν γρήγορα να αναπροσανατολίσουν τις εξαγωγές τους προς εναλλακτικές αγορές, χωρίς ταυτόχρονα να χάσουν τη δίοδο προς τη Ρωσία μέσω των αγορών των χωρών της ΕΟΕ.
 
ered.gr