Στη Βουλή η προστασία της πρώτης κατοικίας

Κατατέθηκε στη Βουλή η τροπολογία του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης για την προστασία της πρώτης κατοικίας.

Η τροπολογία κατατέθηκε στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης με τίτλο : «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2016 σχετικά με την προστασία της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (EEL 157 της 15.06.2016) - Μέτρα για την επιτάχυνση του έργου του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και άλλες διατάξεις» και καθορίζει το πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας οικονομικά αδύναμων φυσικών προσώπων από την αναγκαστική ρευστοποίηση, με τη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους, προς τις τράπεζες για χρέη τα οποία βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018.

Σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται η αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, δεν θα υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια, και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.

Το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου να μην υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 8.500 ευρώ για το σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία (3) εξαρτώμενα μέλη,

Εφόσον το σύνολο των οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ η συνολική ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτημένων μελών του (πέραν της κύριας κατοικίας του καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου, να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ

Οι καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντα και του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης

Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης δεν υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή. Αν η οφειλή έχει συνομολογηθεί σε άλλο, πλην ευρώ, νόμισμα, τότε για τον καθορισμό του μέγιστου ορίου των 130.000 ευρώ λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία αλλοδαπού νομίσματος και ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.

Για να κριθεί η επιλεξιμότητα του αιτούντα ως αξία του ακινήτου, αν αυτό βρίσκεται στην Ελλάδα, λογίζεται η φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.φ.Ι.Α.), όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισμού φόρου. Αν το ακίνητο βρίσκεται στην αλλοδαπή, για την επιλεξιμότητα του αιτούντα λαμβάνεται υπόψη η εμπορική αξία.

Για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού, ως αξία της κύριας κατοικίας λογίζεται η εμπορική της αξία κατά την 31η Δεκεμβρίου του τελευταίου έτους, πριν την υποβολή της αίτησης. Εάν η αίτηση του άρθρου 5 υποβληθεί μέχρι την 30η Απριλίου λαμβάνεται υπόψη η αξία της 31ης Δεκεμβρίου του προτελευταίου έτους πριν την υποβολή της αίτησης

Όροι προστασίας της κύριας κατοικίας

Για την προστασία της κύριας κατοικίας του, ο αϊτών καταβάλλει το 120% της αξίας αυτής σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%. Αν το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις.

Το ποσό καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα 25 ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80° έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης.

Αν ρυθμίζονται περισσότεροι από ένας πιστωτές, τότε η μηνιαία δόση, που προκύπτει, επιμερίζεται μεταξύ των ρυθμιζόμενων πιστωτών, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους σε πλειστηρίασμα που θα προέκυπτε, αν η κύρια κατοικία πλειστηριαζόταν χωρίς έξοδα εκτέλεσης και χωρίς κατάταξη λοιπών πιστωτών, που δεν αναφέρονται στην αίτηση.

Συνεισφορά Δημοσίου

Το Δημόσιο συνεισφέρει στις μηνιαίες καταβολές που προσδιορίζονται κατ’ εφαρμογή του παραπάνω άρθρου. Η συνεισφορά του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη. Η συνεισφορά του Δημοσίου δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται. Για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη.

Για να συνεισφέρει το Δημόσιο, πρέπει να ρυθμιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης.

Η συνεισφορά του Δημοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση. Οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του Δημοσίου επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Ο δικαιούχος μπορεί μετά την παρέλευση ενός έτους από τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή της συνεισφοράς να ζητήσει μεταρρύθμιση του ποσοστού συνεισφοράς, αν εξαιτίας μεταβολής των εισοδημάτων του, των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του επιτοκίου αναφοράς προκύπτει αδυναμία του να καταβάλει τη δική του συνεισφορά.

Η συνεισφορά του Δημοσίου διακόπτεται, αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο.

Καθυστέρηση του Δημοσίου να καταβάλλει την εγκριθείσα συνεισφορά μπορεί να οδηγήσει σε έκπτωση του αιτούντα κατά το άρθρο 13, μόνο εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα μηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και ο πιστωτής έχει ενημερώσει τον οφειλέτη ως προς την υπερημερία του Δημοσίου το αργότερο έως τον έκτο μήνα υπερημερίας.

Διαβάστε παρακάτω την τροπολογία όπως κατατέθηκε στη Βουλή:


ered.gr


Όλες οι σημαντικές εξελίξεις στο e-mail σου από το ERGON blog!