Οι ελκυστικές αποδόσεις ανοίγουν τη βεντάλια στο real estate

Η ραγδαία ανάπτυξη του τουρισμού, το συνεχές ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών υψηλού ρίσκου, αλλά και η έλλειψη ποιοτικών κτιριακών συγκροτημάτων και αποθηκών, «ζεσταίνουν» την αγορά real estate της Αθήνας.

Η πρόσφατη έρευνα «Emerging Trends in Real Estate - Reshaping the future - Europe 2018», της εταιρείας συμβούλων PwC και του Urban Land Institute (ULI), έρχεται να επιβεβαιώσει τη συγκεκριμένη τάση.

Με αιχμή την ξενοδοχειακή αγορά, επενδυτές από ΗΠΑ και Ευρώπη ψάχνουν πλέον εντατικά ευκαιρίες στην Αθήνα και στις υπόλοιπες τουριστικές αγορές της χώρας μας. Τους τελευταίους μήνες, το ενδιαφέρον επεκτείνεται πέραν του τουρισμού, όπως δείχνουν οι συζητήσεις της αμερικανικής Hines για την απόκτηση του εμπορικού κέντρου Athens Heart, οι φήμες περί ενδιαφέροντος του ιδίου ομίλου για το ημιτελές εμπορικό κέντρο της Μπ. Bωβός στον Βοτανικό, η πρόσφατη μάχη επενδυτών για το κτίριο που στεγάζει τη Wind Hellas στη Λεωφόρο Κηφισίας, η κινητικότητα της EBRD σε έργα αναπλάσεων, κ.ά.

Ωστόσο, οι αναλυτές και αρκετοί από τους συμμετέχοντες στη φετινή έρευνα των PwC και ULI επισημαίνουν πως υπάρχει έλλειψη ποιοτικών περιουσιακών στοιχείων σε όλες τις κατηγορίες ακινήτων, ενώ οι τοπικοί παίκτες θεωρούν πως βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια ανάκαμψης, που δεν στηρίζουν νέες επενδύσεις σε κατασκευές.

Σύμφωνα με την έρευνα, η Αθήνα μαζί με τη Μόσχα και την Κωνσταντινούπολη βρίσκονται στις τρεις τελευταίες θέσεις της λίστας με βάση τις προοπτικές ανάπτυξης της αγοράς ακινήτων (βλ. πίνακα). Μπορεί η Αθήνα να έλαβε χαμηλή βαθμολογία σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές πόλεις που περιλαμβάνονται στη φετινή έρευνα της PwC και του ULI, αλλά οι επενδυτές προβλέπουν πως φέτος θα είναι μια καλή χρονιά.

«Στην Αθήνα υπάρχει μια αίσθηση ανάκαμψης και πως η Ελλάδα προχώρησε σε θετικές πρωτοβουλίες για το πικρό ποτήρι που πρέπει να πιει», δηλώνει ένας από τους επενδυτές που συμμετείχαν στην έρευνα. Γι’ αυτό και από πλευράς ελκυστικότητας νέων κεφαλαίων, η πρωτεύουσα συγκεντρώνει πολύ υψηλότερη βαθμολογία στη φετινή έρευνα από αρκετές άλλες αγορές της Ευρώπης.

Πράγματι, «κάποιοι επενδυτές υψηλού ρίσκου αρχίζουν να "μυρίζουν" το κατώτατο σημείο της αγοράς,οι φόβοι για χρεοκοπία και Grexit δεν υπάρχουν, καταγράφεται τουριστική έκρηξη και οι αποδόσεις είναι ελκυστικές». Στην έκθεση αναφέρεται πως πολλοί μεγάλοι πανευρωπαϊκοί επενδυτές ακινήτων, που τοποθετούνται στη Νότια Ευρώπη (Ισπανία, Ιταλία, αλλά και Πορτογαλία), δηλώνουν πως «δεν βλέπουν την Ελλάδα» ή πως «δεν έχουν τοπική ομάδα» στη χώρα μας. Ομως στη διάρκεια του 2017 σημαντικοί διεθνείς επενδυτές τοποθετήθηκαν στην ελληνική αγορά ή αύξησαν τη συμμετοχή τους (βλέπε Varde Partners, που μετά την Trastor επένδυσε στη Lamda Malls της Lamda Development).

Επισημαίνεται πως το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών επικεντρώνεται στον τουρισμό, που δεν είναι και τόσο συνδεδεμένος με την ελληνική οικονομία. «Οι διεθνείς αφίξεις κινούνται συνεχώς ανοδικά την τελευταία τριετία και η χώρα θεωρείται ασφαλής τουριστικός προορισμός». Τοπικός σύμβουλος δηλώνει με νόημα πως «οποιοσδήποτε ξένος επενδυτής έρχεται στην Ελλάδα ενδιαφέρεται για τον τουρισμό, γι’ αυτό και πρέπει να περιμένει στην ουρά»!

Σύμφωνα με την έρευνα, «δημοφιλή ξενοδοχεία στην Αθήνα πωλήθηκαν σε τιμές χαμηλότερες του κόστους αντικατάστασης τη χρονιά που πέρασε και οι αγοραστές μπορούν να φέρουν διαχειριστική εμπειρία από άλλες αγορές». Οι πλέον κινητικοί είναι «Αμερικανοί επενδυτές και εταιρείες private equity, συχνά σε συνεργασία με τοπικούς παίκτες». Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι η αλυσίδα πολυτελών ξενοδοχείων Ikos Resorts, η οποία δημιουργήθηκε το 2015 μετά τη συνένωση των εταιρειών Σάνη και Ikos, με βασικούς μετόχους την οικογένεια Ανδρεάδη και επενδυτικά κεφάλαια που διαχειρίζεται η αμερικανική Oaktree Capital Management, καθώς και οι Goldman Sachs Asset Management, Hermes GPE, κ.α.

«Κινεζικά κεφάλαια επενδύονται στα logistics στο λιμάνι του Πειραιά και τα εμπορικά κέντρα αρχίζουν να προσελκύουν επενδυτές υψηλού ρίσκου», σύμφωνα με την έρευνα των PwC και ULI. «Οπως και τα ξενοδοχεία, η λιανική, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς τροφίμων και ποτών, κινείται ανοδικά εξαιτίας του τουρισμού, που αποτελεί το 18,6% του ΑΕΠ τη Ελλάδας». Επιπλέον στα ποιοτικά γραφεία (πρώτης κατηγορίας) οι αποδόσεις έχουν αρχίσει να υποχωρούν και η Αθήνα είναι μία από τις ελάχιστες πόλεις της Ευρώπης όπου υπάρχουν ευκαιρίες για περαιτέρω συμπίεση.

Ειδική αναφορά γίνεται στην έρευνα στα κόκκινα δάνεια, το 60%-70% των οποίων είναι είτε στεγαστικά δάνεια (ή άλλα δάνεια για αγορά ακινήτων) είτε δάνεια που έχουν εγγυήσεις σε ακίνητα. Εκτιμάται πως μέσα από τις προσπάθειες των τραπεζών για περιορισμό των κόκκινων δανείων θα μετρηθεί και το πραγματικό ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών. Το κεφάλαιο της έρευνας για την Αθήνα καταλήγει με μια δήλωση «έμπειρου πανευρωπαϊκού παίκτη που σήμερα δραστηριοποιείται στην Ελλάδα» και δηλώνει πως «δεν είναι πλέον τόσο τρελή κίνηση η επένδυση στην Ελλάδα»!

Τους επόμενους μήνες αναμένονται νέες πρωτοβουλίες, που θα διατηρήσουν το ενδιαφέρον των επενδυτών. Οι επενδυτικές εταιρείες ακινήτων (ΑΕΕΑΠ) συνεχίζουν να κινούνται δυναμικά, με την Εθνική Πανγαία να ετοιμάζει την άντληση 250 εκατ. ευρώ μέσω ομολογιακού, την Grivalia να προωθεί τον διαγωνισμό για την κατασκευή πολυτελούς συγκροτήματος στα Αστέρια Γλυφάδας, κ.α. Νέοι επενδυτές επικεντρώνονται, επίσης, σε αναπλάσεις όπως το σχήμα της εταιρείας ακινήτων Dimand με την EBRD, η οποία εμφανίζεται εξαιρετικά κινητική στη χώρα μας σε διάφορα μέτωπα (ενέργεια, ακίνητα κ.λπ.).





Φώτης Κόλλιας
euro2day.gr



Εγγραφείτε στο newsletter για τα τελευταία επιχειρηματικά και επενδυτικά νέα