Ο τομέας της υγείας, παρά τις πιέσεις που δέχεται τα τελευταία χρόνια, μπορεί να προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης η αξιοποίηση των οποίων δημιουργεί ζήτηση για νέες δεξιότητες, σύμφωνα με σχετική μελέτη που παρουσιάζει ο ΣΕΒ στο δελτίο «Οικονομία και Επιχειρήσεις». Η μελέτη εντάσσεται στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας του ΣΕΒ για την ανάδειξη των επαγγελμάτων του μέλλοντος σε δυναμικούς κλάδους της οικονομίας, με στόχο να συμβάλει στην αποτελεσματικότερη διασύνδεση της ελληνικής επιχειρηματικότητας με το εκπαιδευτικό σύστημα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η οποία καταγράφει και τις σημαντικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον τομέα της υγείας τα τελευταία χρόνια, η γήρανση του πληθυσμού και η βιολογική επιβάρυνσή του αναμένεται να αυξήσουν τη ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών υγείας και κατ’ επέκτασιν αρκετών ειδικοτήτων του τομέα. Υπάρχουν όμως ειδικότητες στον κλάδο της υγείας που σχετίζονται άμεσα με τη φροντίδα και την υγεία των ηλικιωμένων, όπως είναι οι γιατροί με ειδίκευση στη γηριατρική και οι νοσηλευτές γηριατρικής. Οι ειδικότητες αυτές πρέπει να διαθέτουν, εκτός των γνώσεων γενικής ιατρικής και νοσηλευτικής, αντίστοιχα, ικανότητες ολιστικής αποτίμησης της κατάστασης της υγείας των ηλικιωμένων και παροχής κατ’ οίκον υπηρεσιών, ενώ ιδιαίτερα σημαντικές πρέπει να θεωρούνται και οι δεξιότητες επικοινωνίας.
Η παραγωγή γενόσημων φαρμάκων, φυτικών σκευασμάτων, καθώς και η επαναστόχευση υφιστάμενων φαρμάκων προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες για την ανάπτυξη του κλάδου και δημιουργούν την ανάγκη για επιστήμονες (ερευνητές, χημικοί, χημικοί μηχανικοί) με ένα συνδυασμό γνώσεων και δεξιοτήτων και ικανότητα εφαρμογής των σύγχρονων εργαστηριακών μεθόδων. Οσον αφορά στα στελέχη του business development και του market access, οι επιστήμες υγείας και οι γνώσεις οικονομικών της υγείας αποτελούν έναν συνδυασμό γνώσεων και δεξιοτήτων κομβικής σημασίας.
Σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες εντοπίζει ο ΣΕΒ και στο κομμάτι των κλινικών μελετών, όπου η Ελλάδα υστερεί σημαντικά σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ. Ενδεχόμενη επέκταση των δραστηριοτήτων που αφορούν στις κλινικές μελέτες, θα δημιουργούσε επιπλέον ζήτηση για ερευνητές και επιστημονικούς συνεργάτες κλινικών μελετών, οι οποίοι προέρχονται από τον χώρο των επιστημών υγείας (ιατρική, φαρμακευτική και βιολογία), διαθέτοντας παράλληλα γνώσεις της μεθοδολογίας και του θεσμικού πλαισίου των κλινικών μελετών, αλλά και δεξιότητες διαπραγμάτευσης. Επιπλέον, για τη διεξαγωγή των κλινικών μελετών που θα πραγματοποιηθούν από ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου, θα απαιτηθούν στελέχη με γνώσεις βιοστατιστικής και ικανότητα στη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων.
Νέες δεξιότητες απαιτεί και η παραγωγή διαφοροποιημένων φαρμακευτικών προϊόντων στο πλαίσιο της εξατομικευμένης προσέγγισης των ασθενών, τάση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να ενισχυθεί. Στο πλαίσιο αυτής της εξέλιξης, η παρακολούθηση των ασθενών, η ενημέρωση των φροντιστών τους για τη διαδικασία χορήγησης των σκευασμάτων και η υποστήριξή τους μετά τη λήξη της θεραπείας, καθώς και η ανάγκη συλλογής πρωτογενών δεδομένων από τους ασθενείς, πιθανώς να οδηγήσουν στη συνεργασία των βιομηχανιών φαρμάκων με νοσηλευτικό προσωπικό.
Η πιθανή επέκταση, τέλος, των δραστηριοτήτων των ιδιωτικών νοσοκομείων προς τον ιατρικό τουρισμό αναμένεται να αυξήσει τη ζήτηση του συνόλου, σχεδόν, των ειδικοτήτων του κλάδου.
kathimerini.gr