του Κωνσταντίνου Μίχαλου* |
Το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας βρίσκεται σε διαρκή κρίση τα τελευταία τριάντα χρόνια. Δυστυχώς, ό,τι δεν τολμήσαμε να διορθώσουμε τον καιρό που έπρεπε, όσα προβλήματα προσπαθήσαμε να κρύψουμε κάτω από το χαλί τις εποχές της οικονομικής ευημερίας, τα βρίσκουμε μπροστά μας τώρα, μεγεθυμένα και κακοφορμισμένα εξαιτίας της κρίσης.
Δυστυχώς, όσον αφορά το πρόβλημα του ασφαλιστικού, αν και τέθηκε στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 28 Νοεμβρίου, εντούτοις δεν έγινε δυνατή μια συμφωνία μεταξύ των κομμάτων. Οσο όμως το πρόβλημα εκκρεμεί, και ακόμη χειρότερα, όσο δεν υπάρχει μια συμφωνία σε πολιτικό επίπεδο, η διαχείρισή του θα γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη.
Τα σχέδια της κυβέρνησης για αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, που είδαν το φως της δημοσιότητας, στερούνται κάθε λογικής, με δεδομένες τις συνθήκες που επικρατούν στην πραγματική οικονομία.
Σε μια εποχή όπου η ανεργία έχει εκτοξευθεί στο 26% και η μια επιχείρηση μετά την άλλη βάζουν λουκέτο, κάθε αύξηση αυτού του μισθολογικού κόστους θα δώσει τη χαριστική βολή στην επιχειρηματικότητα, αλλά και στην αγορά εργασίας.
Η κυβέρνηση θα πρέπει να αναζητήσει άλλες λύσεις, οι οποίες δεν θα οδηγούν σε λουκέτα και απολύσεις. Μια από αυτές, που θα πρέπει να μπει κάποια στιγμή και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, είναι το ζήτημα του κουρέματος των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων με το PSI κατά 26 δισ. ευρώ και οι τρόποι αναπλήρωσής τους.
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό, πάντως, από τη πολιτεία ότι το ζήτημα του ασφαλιστικού δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται αποσπασματικά.
Η κυβέρνηση θα πρέπει να δει τις πραγματικές αιτίες και να αλλάξει το μείγμα της οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί, με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, αλλά και τη διατήρηση των υπαρχουσών, ώστε να καταστεί εφικτή η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Οσο μεγαλύτερη είναι η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους, τόσο διασφαλίζονται οι αναγκαίοι πόροι για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος. Και, βεβαίως, απαιτείται η λήψη μέτρων για την πάταξη της μαύρης εργασίας και γενικότερα της εισφοροδιαφυγής, που αποστερεί σημαντικούς πόρους από το σύστημα.
Ταυτόχρονα, βέβαια, κανείς δεν αρνείται ότι θα πρέπει να υπάρξει ένας εξορθολογισμός του ασφαλιστικού μας συστήματος, ο οποίος όμως θα είναι άκρως στοχευμένος, και οι όποιες συντάξεις θιγούν να είναι μόνον αυτές που η αναπλήρωσή τους είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα, ακόμα και πάνω του 100%. Αλλωστε, η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού απαιτεί πολύ μεγάλο χρόνο, που ενδεχομένως μπορεί να φτάσει ή και να ξεπεράσει την 20ετία, προκειμένου να γίνει με ήπιο τρόπο και να μη θίξει οριζόντια τους ασφαλισμένους.
Οι βασικές συνιστώσες μιας τέτοιας μεταρρύθμισης μπορούν να διαμορφωθούν στα πρότυπα ανάλογων πολιτικών που εφαρμόστηκαν στα τέλη της περασμένης δεκαετίας σε χώρες όπως η Σουηδία και η Ιταλία.
Ειδικότερα:
• Ενα νέο διανεμητικό σύστημα για τους νέους εργαζόμενους. Το νέο σύστημα βασίζεται σε ατομικούς λογαριασμούς «οιονεί καθορισμένης εισφοράς» (Notional Defined Contribution System). H συμμετοχή στην ασφάλιση έχει ορατό αντίκρισμα και στον νεότερο ασφαλισμένο. Το ακανθώδες θέμα των ορίων ηλικίας παρακάμπτεται τελείως, αφού αποφασίζει ο ίδιος ο ασφαλισμένος πότε (και κατά ποιο ποσοστό) θα αποσυρθεί από την αγορά εργασίας.
• Εισαγωγή ενός υποχρεωτικού δεύτερου πυλώνα επαγγελματικής ασφάλισης, χρηματοδοτούμενου με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Τμήματα της παλαιάς αναπλήρωσης (3-4 μονάδες από το ασφάλιστρο) διοχετεύονται στο νέο σύστημα.
• Το νέο σύστημα είναι υποχρεωτικό για τους νέους. Οι συνταξιούχοι παραμένουν στο παλαιό, το οποίο χρηματοδοτείται από το κράτος, ενώ οι ενδιάμεσες ηλικίες επιλέγουν. Προϋπάρχοντα συμπληρωματικά ταμεία ή λογαριασμοί εφάπαξ παροχών μπορούν να ενσωματωθούν στο νέο σύστημα.
• Δεδομένου ότι το παλαιό σύστημα θα παραμείνει, έστω και απολιθωμένο, εν ζωή για είκοσι και πλέον έτη, προβλέπεται και νοικοκύρεμα του παλαιού συστήματος, ιδιαίτερα στις λεγόμενες «κραυγαλέες περιπτώσεις».
Είναι καιρός η Ελλάδα να κάνει το αποφασιστικό βήμα για τη διαμόρφωση ενός βιώσιμου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Ενός συστήματος που θα έχει ορατό αντίκρισμα για την κοινωνία, για την οικονομία και για την απασχόληση.
________________________________________________________--
* Ο κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων (ΚΕΕ) και του ΕΒΕΑ.