Ο κ. Φάνης Παναγιωτόπουλος, Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Ασφαλιστικής, αναφερόμενος στο θέμα του προβληματισμού και της ευθύνης για την υποχρεωτική ασφάλιση των ακινήτων από σεισμό, δηλώνει:
«Μετά τον πρόσφατο σεισμό στη Λευκάδα, που ευτυχώς οι ζημιές δεν ήταν πολύ σημαντικές, επανέρχεται στο προσκήνιο των συζητήσεων ο προβληματισμός για την υποχρεωτική ασφάλιση των ακινήτων από σεισμό.
Όπως είναι γνωστό, η Ελλάδα είναι στην πρώτη θέση της κατάταξης των σεισμογενών περιοχών της Ευρώπης και στην πρώτη δεκάδα των σεισμογενών περιοχών του Κόσμου. Δυστυχώς όμως στη Χώρα μας, μία στις δώδεκα περίπου κατοικίες είναι ασφαλισμένες για σεισμό. Το συγκεκριμένο ποσοστό θα ήταν πολύ μικρότερο, αν οι Τράπεζες δεν απαιτούσαν από τους δανειολήπτες να ασφαλίσουν τα ακίνητα που είναι ενυπόθηκα λόγω των χορηγημένων δανείων.
Η συζήτηση και ο προβληματισμός για την ασφάλιση των ακινήτων είχε αναθερμανθεί και στις αρχές του 2014, αμέσως μετά τον σεισμό της Κεφαλονιάς, όταν διαπιστώθηκε, με έκπληξη, ότι μόνο μερικές εκατοντάδες ακινήτων ήταν ασφαλισμένα.
Ο προβληματισμός περιστρέφεται στο Ερώτημα αν πρέπει να καταστεί υποχρεωτική η ασφάλιση των Ακινήτων. Έχουν κατατεθεί, κατά καιρούς, απόψεις τόσο από εκπροσώπους των Ασφαλιστικών Εταιρειών όσο και από Ειδικούς Επιστήμονες που ασχολούνται με τις συνέπειες από αντίστοιχα Φυσικά Φαινόμενα. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, όλος αυτός ο πλούσιος προβληματισμός που έχει αναπτυχθεί, εξακολουθεί να παραμένει προβληματισμός και η πρωτοβουλία του Υπουργείου Οικονομικών της προηγούμενης Κυβέρνησης, για τη δημιουργία Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για τη συγκεκριμένη περίπτωση, παρέμεινε στις καλένδες.
Είναι αδήριτη ανάγκη να επανέλθει και πάλι στο προσκήνιο η συζήτηση αυτή και τούτο για τους παρακάτω λόγους:
- Καθήκον του Κράτους, στις περιπτώσεις των φυσικών καταστροφών, πρέπει να είναι η έγκαιρη και ουσιαστική βοήθεια στους πληγέντες με τη δημιουργία υποδομών κατάλληλων για την κάλυψη των άμεσων αναγκών.
- Ιδιαίτερα σήμερα, που η Ελλάδα είναι βυθισμένη στη μακρόχρονη οικονομική της Κρίση, η τυχόν ανάγκη για αποζημιώσεις ζημιών από φυσικές καταστροφές και ιδιαίτερα από καταστρεπτικό σεισμό, θα ήταν ένα μεγάλο ζητούμενο. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν ανοιχτές πληγές (containers) από τον σεισμό του 1999.
Τις συνέπειες των καταστροφικών ζημιών, μέχρι σήμερα, τις επωμίζονται επί της ουσίας οι φορολογούμενοι. Είτε με τη μορφή επιδότησης επιτοκίου στις περιπτώσεις χορηγήσεων “σεισμοδανείων” από τις Τράπεζες, είτε με την αποπληρωμή των “σεισμοδανείων” όταν ο δανειολήπτης αδυνατεί να το αποπληρώσει (τα δάνεια αυτά είχαν πάντοτε την Εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου).
Είναι ανάγκη το κόστος αποκατάστασης των ζημιών των κατοικιών από σεισμό, να σταματήσει να είναι Υποχρέωση της Πολιτείας και συνεπώς των φορολογουμένων.
Ο προβληματισμός που έχει αναπτυχθεί, μέχρι σήμερα, εντοπίζεται στην ανάγκη καθιέρωσης της υποχρεωτικής ασφάλισης των ακινήτων. Οι αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν είναι:
- Το ελάχιστο ύψος του ποσού ασφάλισης του κάθε ακινήτου
- Τα χαρακτηριστικά του Φορέα που θα δημιουργηθεί για την αντιμετώπιση των συνεπειών εξαιτίας αυτής της μορφής Φυσικών Καταστροφών.
Σίγουρα δεν είναι η πιο κατάλληλη χρονική στιγμή να αναγκαστεί ο κάτοχος του ακινήτου να βάλει και πάλι το χέρι του στην τσέπη, όταν τα τελευταία χρόνια επωμίζεται συνεχώς αυξημένους φόρους κάθε είδους, ενώ το εισόδημά του (αν δεν είναι άνεργος) έχει μειωθεί σημαντικά, λόγω της μακρόχρονης οικονομικής Κρίσης. Δυστυχώς όμως δεν είναι επίσης εύκολο να αποκαταστήσει είτε μόνος του, είτε με την κρατική βοήθεια τις δυσμενείς συνέπειες ενός καταστροφικού σεισμού. Αντίστοιχα μοντέλα Οργανισμών Αντιμετώπισης Φυσικών Καταστροφών έχουν αναπτυχθεί τόσο στην Ευρώπη όσο και σε άλλες σεισμογενείς Χώρες.
Με το παρόν σημείωμα δεν έχω στόχο να καταθέσω νέες προτάσεις. Προτάσεις και απόψεις υπάρχουν και είναι κατατεθειμένες. Μεγάλο μέρος αυτής της άσκησης έχει πραγματοποιηθεί. Στόχος του σημειώματός μου είναι να τελειώσει αυτή η “άσκηση”.
Η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος πρέπει άμεσα να επιδιώξει Διάλογο με τους αντίστοιχους Φορείς του Δημοσίου, έναν διάλογο που θα πρέπει να είναι απαλλαγμένος από λογικές “...ένα ακόμα δώρο στις Ασφαλιστικές Εταιρείες”. Πρέπει ο διάλογος και οι αποφάσεις να σκοπεύουν στην απαλλαγή από το άγχος της επόμενης ημέρας του Έλληνα Φορολογούμενου και της Πολιτείας και παράλληλα να αποβλέπουν στη μη περαιτέρω επιβάρυνση των οικονομικά ασθενέστερων και ευπαθών Ομάδων».