Οι μέτοχοι των τραπεζών έχασαν σε 17 μήνες πάνω από 32 δισ. ευρώ

Αξίες άνω των 32 δισ. ευρώ έγιναν «καπνός» σε διάστημα μόλις 17 μηνών, καθώς η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση πραγματοποιήθηκε σε τιμές οι οποίες αντιστοιχούν σε αξίες λίγων εκατοντάδων εκατομμυρίων. Στην πραγματικότητα η ζημία για το τραπεζικό σύστημα ξεπερνά τα 100 δισ. ευρώ, καθώς πέραν του εκμηδενισμού της χρηματιστηριακής αξίας των τραπεζών, σημειώθηκε μεγάλη μείωση καταθέσεων (άνω των 45 δισ. ευρώ), αύξηση της εξάρτησης από τον ELA, επιδείνωση των «κόκκινων» δανείων κ.ά.
Το καλοκαίρι του 2014 η χρηματιστηριακή αξία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών είχε ανέλθει στα 33,4 δισ. ευρώ, ενώ στο τέλος Νοεμβρίου οι τιμές με τις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι αυξήσεις κεφαλαίου αντιστοιχούν σε αξία 747 εκατ. ευρώ για τους παλαιούς μετόχους των τραπεζών. Πρακτικά όλοι οι παλαιοί μέτοχοι έχασαν τα κεφάλαιά τους, με μεγάλες απώλειες για το ελληνικό Δημόσιο που ήταν ο μεγαλύτερος μέτοχος των τραπεζών ελέγχοντας το 67% της Τράπεζας Πειραιώς, το 66% της Alpha Bank, το 57,2% της Εθνικής Τράπεζας και το 35% της Eurobank. Η αξία των συμμετοχών του Δημοσίου, μέσω του ΤΧΣ, στις τράπεζες τον Ιούνιο του 2014 είχε διαμορφωθεί στα 19,6 δισ. ευρώ. Τότε μόλις είχαν ολοκληρωθεί οι αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών, συνολικού ύψους 8,3 δισ. ευρώ, τις οποίες είχαν καλύψει κυρίως ξένοι επενδυτές.

Από την ανάκαμψη...

Η δειλή ανάκαμψη της οικονομίας το 2014 και η προοπτική δυναμικού ριμπάουντ το 2015 είχε πυροδοτήσει το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον και το ΤΧΣ εξέτασε από τις αρχές του 2014 τις δυνατότητες να πωλήσει το σύνολο των μετοχών του σε ξένους επενδυτές. Για τον σκοπό αυτό εξετάστηκε η δυνατότητα υποβολής δημόσιων προσφορών προς τους κατόχους των warrants, ώστε το ΤΧΣ να μπορέσει άμεσα να προχωρήσει στην πώληση των μετοχών. Στόχος ήταν να διατεθούν σε ξένους αρχικά το 1/3 των συμμετοχών του ΤΧΣ, ενώ είχε υπολογιστεί ότι από την πώληση των μετοχών, το ΤΧΣ θα μπορούσε να ανακτήσει περίπου 20 δισ. ευρώ δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος όσων είχε τοποθετήσει στο πλαίσιο της 1ης ανακεφαλαιοποίησης (25 δισ. ευρώ).

...στην απαξίωση

Ωστόσο, αυτό δεν έγινε. Η τότε πολιτική ηγεσία απέφυγε να ανοίξει ένα ακόμα μέτωπο με την αξιωματική αντιπολίτευση η οποία αντιδρούσε με πολύ έντονο τρόπο ακόμα και στην τότε ανακεφαλαιοποίηση που αποφασίστηκε από την ΕΚΤ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 24 Φεβρουαρίου σε ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή την προωθούμενη (2η) ανακεφαλαιοποίηση τονιζόταν: «Στόχος της κυβέρνησης είναι να προλάβουν να παραχωρήσουν τις τράπεζες στο ιδιωτικό κεφάλαιο, πριν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση και μπλοκάρει το “χάρισμα” των μετοχών, που κατέχει το ΤΧΣ! Δηλαδή, πρόκειται για ένα ακόμα δώρο στα διαπλεκόμενα συμφέροντα, που θα αποκτήσουν τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος και μέσω αυτού ολόκληρης της οικονομίας σε βάρος του ελληνικού Δημοσίου, δηλαδή σε βάρος των Ελλήνων φορολογουμένων πολιτών». Παράλληλα, προειδοποιούσε ότι «το σύνολο των ενεργειών και αποφάσεων θα ερευνηθούν διεξοδικά προκειμένου να αποδοθούν οι ενδεχόμενες σοβαρότατες ευθύνες, που αναλογούν σε όσους κριθούν ότι εμπλέκονται στις σκανδαλώδεις αυτές ενέργειες απαξίωσης και ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας στο ιδιωτικό κεφάλαιο, και ότι θα ζητηθεί η άμεση αποκατάσταση της ζημίας του Δημοσίου». Μάλιστα στις 30 Μαρτίου 2014 κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας για τον τότε υπουργό Οικονομικών Γ. Στουρνάρα, υπογραμμίζοντας ότι: «ο υπουργός Οικονομικών μεθοδεύει το χάρισμα των τραπεζών στους εγχώριους χρεοκοπημένους τραπεζίτες και τα ξένα κερδοσκοπικά funds. Με το παρόν νομοσχέδιο εκχωρείται ο έλεγχος των τραπεζών, δηλαδή ο έλεγχος της οικονομίας, σε αυτούς που δημιούργησαν την κρίση».

Τον Απρίλιο του 2014 με αφορμή την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Eurobank (στα 0,31 ευρώ) ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε την αύξηση: «την έναρξη του μεγάλου κόλπου (colpo grosso το είχαμε ονομάσει), με στόχο το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, για να πλουτίσουν ακόμη μια φορά οι ιδιώτες κερδοσκόποι σε βάρος των Ελλήνων φορολογουμένων», ενώ για άλλη μια φορά «προειδοποιούμε ότι για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα αναζητήσει τις ουσιαστικές και ολοφάνερες ευθύνες για το μεγάλο κόλπο, που εκτυλίσσεται σε βάρος των Ελλήνων φορολογουμένων».

Ολα αυτά, ωστόσο, καμία σχέση δεν είχαν με την πραγματικότητα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ολοκλήρωσε τον Νοέμβριο την 3η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών σε τιμές περίπου κατά 90% χαμηλότερες από τις τιμές με τις οποίες πραγματοποιήθηκε η 2η ανακεφαλαιοποίηση.

Ωστόσο, παρά τις πολλές φωνές περί ξεπουλήματος, οι τιμές στις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι αυξήσεις απλά αποτυπώνουν τις πραγματικές συνθήκες όπως διαμορφώθηκαν για τις τράπεζες μετά από μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας που προκάλεσε η «διαπραγμάτευση» και η οποία οδήγησε την Ελλάδα ένα βήμα από τον εξοστρακισμό της από την Ε.Ε. Επιπλέον, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να επιβάλει κεφαλαιακούς περιορισμούς.

 

kathimerini.gr