Με τις μετοχές τους να έχουν απολέσει 9,7 δισ. ευρώ από την αξία τους μετά το κλείσιμο των τραπεζών, οι τέσσερις μεγάλοι του κλάδου στοχεύουν στην άντληση 8-9 δισ. ευρώ ιδιωτικών κεφαλαίων (έναντι 4,4 δισ. ευρώ του βασικού σεναρίου της ΕΚΤ) στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησής τους, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί ως την πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου, αν όχι ως το τέλος του Νοεμβρίου.
Παράλληλα, με δεδομένο ότι η συγκέντρωση στον κλάδο έχει κορυφωθεί καθώς οι συστημικές τράπεζες ελέγχουν το 97% της αγοράς αυξάνοντας το μερίδιό τους κατά 38% από το 2005, η Τράπεζα Αττικής αλλά και οι συνεταιριστικές τράπεζες αναμένεται μέσω και της ενδεχόμενης συμμετοχής του ΤΧΣ να αποτελέσουν την επόμενη ημέρα τον εναλλακτικό πόλο των συστημικών τραπεζών στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα, όπως υπονόησε προσφάτως και κορυφαίος κυβερνητικός παράγοντας.
Την ίδια ώρα ξένοι θεσμικοί επενδυτές που διακρατούν στο 40% περίπου της αξίας τους τραπεζικά ομόλογα συνολικής αξίας 2,6 δισ. ευρώ περίπου και αποδέχθηκαν την προσφορά των τραπεζών για ανταλλαγή τους με μετρητά ή μετοχές, βοηθώντας στην κάλυψη του κεφαλαιακού κενού που κατέδειξε η ΕΚΤ, προχωρούν σε πωλήσεις των αντιστοίχων τίτλων στο Χρηματιστήριο ώστε να κατοχυρώσουν κέρδη, με αποτέλεσμα οι τιμές των μετοχών να πιεστούν τις τελευταίες ημέρες εκ νέου. Οι αποφάσεις του SSM και της DG Comp θα είναι πάντως καθοριστικές σχετικά με το τελικό ύψος των αυξήσεων κεφαλαίων και επομένως των ιδιωτικών τοποθετήσεων.
Βιβλίο προσφορών
Η Πειραιώς, η οποία άνοιξε πρώτη το βιβλίο προσφορών (book building), ανέφερε ότι οι επενδυτές που διακρατούν ομόλογα της τράπεζας ύψους περίπου 600 εκατ. ευρώ αποδέχθηκαν την προσφορά της τράπεζας για ανταλλαγή τους με μετρητά ή μετοχές. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής της ΕΚΤ, η Πειραιώς πρέπει να καλύψει κεφαλαιακό κενό ύψους 4,9 δισ. ευρώ βάσει του δυσμενούς σεναρίου με συμμετοχή ιδιωτών και του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Η τράπεζα προχώρησε στην έναρξη της διαδικασίας του βιβλίου προσφορών για να καλύψει από ιδιώτες επενδυτές ποσό τουλάχιστον 2,2 δισ. ευρώ, το κενό που προκύπτει από το βασικό σενάριο της ΕΚΤ. Ωστόσο το ποσό αυτό μειώνεται στα 1,6 δισ. ευρώ μετά τα αποτελέσματα της ανταλλαγής των ομολόγων στο βασικό σενάριο, ενώ φθάνει τα 4,3 δισ. ευρώ με βάση το δυσμενές. Η Eurobank και η Alpha Bank στοχεύουν μέσω και της συμμετοχής των παλαιών μετόχων να αντλήσουν το σύνολο των κεφαλαιακών αναγκών τους με βάση το δυσμενές σενάριο, που είναι 2,1 δισ. ευρώ για την πρώτη και 2,7 δισ. ευρώ για τη δεύτερη, από ιδιώτες.
Οι ανάγκες
Στην αγορά εκτιμάται ότι κεφάλαια 1,5 δισ. ευρώ και 1,7 δισ. ευρώ αντίστοιχα είναι έτοιμα να τοποθετηθούν, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα μετατρέψιμα ομόλογα φθάνουν σχεδόν τα 900 εκατ. ευρώ για τη Eurobank και το 1,1 δισ. ευρώ για την Alpha Bank.
Η Εθνική (4,6 δισ. ευρώ κεφαλαιακές ανάγκες βάσει του δυσμενούς σεναρίου) στοχεύει αρχικώς στην άντληση κεφαλαίων μέσω της ιδιωτικής τοποθέτησης 1,6-2 δισ. ευρώ, ενώ σε δεύτερη φάση η πώληση της Finansbank, που αποτιμάται για το 100% της τουρκικής θυγατρικής της στα 3,5-4 δισ. ευρώ, μπορεί να υπερκαλύψει το σύνολο των κεφαλαιακών αναγκών της.
Οσον αφορά την Αττικής, σημειώνεται ότι η αξιολόγηση που διενήργησε η ΤτΕ για λογαριασμό της ΕΚΤ έδειξε κεφαλαιακές ανάγκες 857 εκατ. ευρώ στο βασικό σενάριο και 1,021 εκατ. ευρώ στο δυσμενές.
Παρά το γεγονός ότι αυτή θα είναι η τέταρτη φορά τα τελευταία χρόνια που το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ανακεφαλαιοποιείται οδηγώντας κάθε φορά τους μετόχους να καταγράψουν ζημιές και δραστική μείωση του ποσοστού τους στο μετοχικό κεφάλαιο (dilution), ξένα επενδυτικά κεφάλαια σχεδιάζουν να συμμετάσχουν στις αυξήσεις:
Μια ομάδα ξένων που αφορά υφιστάμενους μετόχους οι οποίοι έχουν έναν επιπλέον λόγο ώστε να «σβήσουν» υποαξίες από τη συμμετοχή τους στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα ή ακόμη και να βγάλουν κέρδη.
Μια δεύτερη ομάδα εκτιμά πάλι ότι η σχέση ρίσκου/απόδοσης δείχνει ελκυστική καθώς οι τράπεζες έχουν πάρει μεγάλες προβλέψεις την ώρα που οι τιμές των μετοχών βρίσκονται στα τάρταρα, ενώ το ρίσκο επικεντρώνεται στον πολιτικό κίνδυνο. Πάντως, ως ολιγοπώλιο, ο κλάδος κατάφερε να επιβιώσει το τελευταίο διάστημα με ικανοποιητική προ προβλέψεων εικόνα, εν μέρει ίσως επειδή ένα μεγάλο μέρος από τα 50 δισ. ευρώ που «έφυγαν» από τις τράπεζες πριν από την επιβολή των ελέγχων κεφαλαίων παρέμεινε σε κυκλοφορία βοηθώντας την οικονομία.
Απώλειες
Ωστόσο από τον Οκτώβριο του 2014 χάθηκαν 45 δισ. ευρώ καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ενώ οι σωρευτικές απώλειες από την έναρξη της κρίσης το 2009 ξεπερνούν τα 116 δισ. ευρώ ή το 65,2% του ΑΕΠ.
Οι αναλήψεις μετρητών έφθασαν σε δυσθεώρητα ύψη, με το σύνολο των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία να ξεπερνά σήμερα τα 50 δισ. ευρώ ή 28% του ΑΕΠ έναντι 10% που είναι ο μέσος όρος στην ευρωζώνη. Οι εταιρικές καταθέσεις (των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων) μειώθηκαν την τελευταία πενταετία κατά 25,6 δισ. ευρώ την ώρα που οι διεθνείς κεφαλαιαγορές και διατραπεζικές αγορές έκλεισαν σταδιακά για την Ελλάδα και η μόνη πηγή άντλησης ρευστότητας παρέμεινε το Ευρωσύστημα, με την εξάρτηση των τραπεζών για χρηματοδότηση να ξεπερνά τα 125 δισ. (70,7% του ΑΕΠ) τον Ιούλιο του 2015.
Το μεγαλύτερο στοίχημα όμως για τους ξένους επενδυτές που θέλουν να μπουν στις αυξήσεις αφορά το κατά πόσον η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να τηρεί τη συμφωνία και το πρόγραμμα διάσωσης καθώς, όπως λέγεται, αν τα πράγματα εκτροχιαστούν, ίσως η επόμενη ανακεφαλαιοποίηση να λάβει χώρα σε κάποιο άλλο νόμισμα...
Fitch Ratings
Το πρώτο βήμα προς τη σταθερότητα
Ο οίκος αξιολόγησης Fitch θεωρεί πρώτο βήμα προς τη σταθεροποίηση των τραπεζών την ανακεφαλαιοποίηση του κλάδου, επισημαίνοντας πως η βιωσιμότητά του θα παραμείνει αδύναμη έως ότου αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα διαρθρωτικά του προβλήματα. Αν και η ρευστότητα ίσως βελτιωθεί - ειδικά αν η ΕΚΤ αρχίσει να δέχεται ελληνικά ομόλογα - εν τούτοις το ύψος των προβληματικών δανείων (112 δισ. ευρώ) και οι ανισορροπίες στις δομές χρηματοδότησης προβληματίζουν, ενώ ίσως απαιτηθεί επιπλέον χρόνος προτού βελτιωθεί επαρκώς η εμπιστοσύνη, ώστε να επιτραπεί η άρση των capital controls.