Δύο στους πέντε Ελληνες, ή περίπου το 41% του πληθυσμού δαπανούν πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για την κάλυψη αναγκών στέγασης, ποσοστό που είναι υπερδιπλάσιο κάθε άλλης χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, πλην της Σερβίας, όπου το ποσοστό ανέρχεται σε 28%. Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τα τελευταία στατιστικά στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Eurostat για την ποιότητα ζωής των νοικοκυριών στην Ε.Ε. κατά τη διάρκεια του 2014. Βάσει αυτών, τα ελληνικά νοικοκυριά εμφανίζονται ως τα πλέον επιβαρυμένα οικονομικά, καθώς υποχρεώνονται να δαπανήσουν υπερβολικά ποσά για το ακίνητο στο οποίο μένουν. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος των υπερβολικά επιβαρυμένων νοικοκυριών σε σχέση με τις δαπάνες στέγασης ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος, δεν ξεπερνά το 11,4%.
Ως έξοδα, υπολογίζονται το ενοίκιο για τους ενοικιαστές, ή η δόση του στεγαστικού δανείου για τους ιδιοκτήτες, όπως επίσης και τα κοινόχρηστα και οι δαπάνες θέρμανσης, ύδρευσης, ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεφωνίας και κοινοχρήστων. Στο πλαίσιο αυτό, τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις έχουν οι ενοικιαστές κατοικιών, καθώς το 55,8% αυτών καλούνται να καταβάλουν πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για τις στεγαστικές τους ανάγκες, δηλαδή την πληρωμή του ενοικίου και την κάλυψη άλλων δαπανών, όπως κοινόχρηστα και λογαριασμούς κοινής ωφέλειας. Στον αντίποδα, οι ιδιοκτήτες, ακόμα και αν διαθέτουν στεγαστικό δάνειο, φαίνεται πως βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση, καθώς «μόλις» το 29,2% αντιμετωπίζει πρόβλημα υπερβολικών δαπανών στέγασης. Πρόκειται για ένα δείγμα της ελάφρυνσης που έχει πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, μέσω ρυθμίσεων δανείων.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι σαφές ότι η συνεχής υποχώρηση των εσόδων των νοικοκυριών (π.χ. μειώσεις μισθών και συντάξεων), σε συνδυασμό με την σταθερή άνοδο των υπόλοιπων δαπανών, όπως ηλεκτρικό ρεύμα και μέχρι πέρυσι και πετρέλαιο θέρμανσης), έχουν φέρει όλο και περισσότερους σε εξαιρετικά δυσμενή οικονομική θέση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το αντίστοιχο ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που δαπανούσε πάνω από το 40% του εισοδήματός του για τη στέγασή του για το προηγούμενο έτος είχε διαμορφωθεί σε 33%, που βέβαια ήταν επίσης το υψηλότερο στην Ε.Ε.
Εξίσου σημαντικός παράγοντας είναι και η κατακόρυφη αύξηση της φορολογίας ακινήτων, καθώς έχει συμβάλει καθοριστικά στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία που παρουσίασε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ) σε σχετικό συνέδριό της το Σαββατοκύριακο στην Πάτρα, επισημάνθηκε ότι το 2016, τα ελληνικά νοικοκυριά θα κληθούν να πληρώσουν οκτώ φορές περισσότερους φόρους για την ακίνητη περιουσία τους, σε σχέση με το 2010, όταν δηλαδή ξεκινούσε η οικονομική κρίση. Ειδικότερα, βάσει των στοιχείων των προϋπολογισμών, το 2010, τα προβλεπόμενα έσοδα από τους φόρους στην περιουσία δεν ξεπερνούσαν τα 487 εκατ. ευρώ. Το 2011 με την επιβολή του πρώτου Φόρου Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ), το σχετικό ποσό αυξήθηκε σε 1,17 δισ. ευρώ, ενώ το 2012, όταν νομοθετήθηκε το έκτακτο τέλος μέσω των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος, οι βεβαιωθέντες φόροι υπερδιπλασιάστηκαν, αγγίζοντας τα 2,85 δισ. ευρώ. Το 2014 βεβαιώθηκαν φόροι περιουσίας 3,47 δισ. ευρώ, ενώ φέτος προβλέπεται μια πρόσκαιρη πτώση στα 2,86 δισ. ευρώ, όχι γιατί μειώθηκαν οι επιβαρύνσεις, αλλά γιατί μετατέθηκε η πληρωμή των δύο τελευταίων δόσεων του ΕΝΦΙΑ του 2015 στο νέο έτος. Ως εκ τούτου, το 2016, ο προϋπολογισμός έχει εγγράψει βεβαίωση φόρων περιουσίας ύψους σχεδόν 3,8 δισ. ευρώ. Μάλιστα, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΜΙΔΑ, κ. Στράτο Παραδιά, η εκτίναξη της φορολογικής επιβάρυνσης των ιδιοκτητών σημειώθηκε σε μια περίοδο, κατά την οποία η αγορά ενοικιάσεων έχει καταρρεύσει, χιλιάδες ακίνητα είναι ξενοίκιαστα, τα δε ενοίκια υποχωρούν συνεχώς, αν μάλιστα εισπράττονται, καθώς όπως προκύπτει και από τα στοιχεία της Eurostat, οι ενοικιαστές εμφανίζονται ως ιδιαίτερα επιβαρυμένοι οικονομικά.
Ως έξοδα, υπολογίζονται το ενοίκιο για τους ενοικιαστές, ή η δόση του στεγαστικού δανείου για τους ιδιοκτήτες, όπως επίσης και τα κοινόχρηστα και οι δαπάνες θέρμανσης, ύδρευσης, ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεφωνίας και κοινοχρήστων. Στο πλαίσιο αυτό, τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις έχουν οι ενοικιαστές κατοικιών, καθώς το 55,8% αυτών καλούνται να καταβάλουν πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για τις στεγαστικές τους ανάγκες, δηλαδή την πληρωμή του ενοικίου και την κάλυψη άλλων δαπανών, όπως κοινόχρηστα και λογαριασμούς κοινής ωφέλειας. Στον αντίποδα, οι ιδιοκτήτες, ακόμα και αν διαθέτουν στεγαστικό δάνειο, φαίνεται πως βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση, καθώς «μόλις» το 29,2% αντιμετωπίζει πρόβλημα υπερβολικών δαπανών στέγασης. Πρόκειται για ένα δείγμα της ελάφρυνσης που έχει πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, μέσω ρυθμίσεων δανείων.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι σαφές ότι η συνεχής υποχώρηση των εσόδων των νοικοκυριών (π.χ. μειώσεις μισθών και συντάξεων), σε συνδυασμό με την σταθερή άνοδο των υπόλοιπων δαπανών, όπως ηλεκτρικό ρεύμα και μέχρι πέρυσι και πετρέλαιο θέρμανσης), έχουν φέρει όλο και περισσότερους σε εξαιρετικά δυσμενή οικονομική θέση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το αντίστοιχο ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που δαπανούσε πάνω από το 40% του εισοδήματός του για τη στέγασή του για το προηγούμενο έτος είχε διαμορφωθεί σε 33%, που βέβαια ήταν επίσης το υψηλότερο στην Ε.Ε.
Εξίσου σημαντικός παράγοντας είναι και η κατακόρυφη αύξηση της φορολογίας ακινήτων, καθώς έχει συμβάλει καθοριστικά στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία που παρουσίασε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ) σε σχετικό συνέδριό της το Σαββατοκύριακο στην Πάτρα, επισημάνθηκε ότι το 2016, τα ελληνικά νοικοκυριά θα κληθούν να πληρώσουν οκτώ φορές περισσότερους φόρους για την ακίνητη περιουσία τους, σε σχέση με το 2010, όταν δηλαδή ξεκινούσε η οικονομική κρίση. Ειδικότερα, βάσει των στοιχείων των προϋπολογισμών, το 2010, τα προβλεπόμενα έσοδα από τους φόρους στην περιουσία δεν ξεπερνούσαν τα 487 εκατ. ευρώ. Το 2011 με την επιβολή του πρώτου Φόρου Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ), το σχετικό ποσό αυξήθηκε σε 1,17 δισ. ευρώ, ενώ το 2012, όταν νομοθετήθηκε το έκτακτο τέλος μέσω των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος, οι βεβαιωθέντες φόροι υπερδιπλασιάστηκαν, αγγίζοντας τα 2,85 δισ. ευρώ. Το 2014 βεβαιώθηκαν φόροι περιουσίας 3,47 δισ. ευρώ, ενώ φέτος προβλέπεται μια πρόσκαιρη πτώση στα 2,86 δισ. ευρώ, όχι γιατί μειώθηκαν οι επιβαρύνσεις, αλλά γιατί μετατέθηκε η πληρωμή των δύο τελευταίων δόσεων του ΕΝΦΙΑ του 2015 στο νέο έτος. Ως εκ τούτου, το 2016, ο προϋπολογισμός έχει εγγράψει βεβαίωση φόρων περιουσίας ύψους σχεδόν 3,8 δισ. ευρώ. Μάλιστα, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΜΙΔΑ, κ. Στράτο Παραδιά, η εκτίναξη της φορολογικής επιβάρυνσης των ιδιοκτητών σημειώθηκε σε μια περίοδο, κατά την οποία η αγορά ενοικιάσεων έχει καταρρεύσει, χιλιάδες ακίνητα είναι ξενοίκιαστα, τα δε ενοίκια υποχωρούν συνεχώς, αν μάλιστα εισπράττονται, καθώς όπως προκύπτει και από τα στοιχεία της Eurostat, οι ενοικιαστές εμφανίζονται ως ιδιαίτερα επιβαρυμένοι οικονομικά.