Επτά χρόνια μετά το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο παγκόσμιος τραπεζικός κλάδος εξακολουθεί να δέχεται επιθέσεις. Οι τελευταίες εξελίξεις με προειδοποιήσεις χαμηλών κερδών, μαζικές περικοπές θέσεων εργασίας, δραστική πτώση της τιμής των μετοχών των τραπεζών και αυξήσεις κεφαλαίου έχουν επαναφέρει στο προσκήνιο κακές αναμνήσεις.
Εν τω μεταξύ, οι κεντρικές τράπεζες στις ΗΠΑ και στη Βρετανία συνεχίζουν την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί πληθαίνουν, οι ανταγωνιστές κλέβουν τη δουλειά και πολλοί τραπεζικοί όμιλοι συρρικνώνονται τάχιστα, σύμφωνα με σχετικό αφιέρωμα στον κλάδο από τους Financial Times. Ακόμα δε και οι τράπεζες με τις υψηλότερες επιδόσεις, όπως, λόγου χάριν, η JPMorgan Chase, αποδίδουν στους μετόχους τους ένα 12% επί των κεφαλαίων τους, όταν προ κρίσης το αντίστοιχο ποσοστό έφθανε το 25% - 30%. Στη δε περίπτωση της Goldman Sachs, η απόδοση είναι μόλις 7%. Σε άλλες εποχές οι μέτοχοι θα είχαν ζητήσει την κεφαλή των διευθυνόντων συμβούλων επί πίνακι. Υπάρχουν τρεις απλουστευτικές προσεγγίσεις για το τι συμβαίνει.
Η πρώτη θέλει τη σημερινή κατάσταση να προκλήθηκε από την υπερβολική ρύθμιση. Η δεύτερη τη θεωρεί επιστροφή στην κανονικότητα μετά την έκρηξη, που είχε σημειωθεί πριν από την κρίση και είχε λάβει υπερβολικές διαστάσεις.
Η τρίτη, η πιο απαισιόδοξη, εκτιμά πως η σημερινή κατάσταση υποδηλώνει τον αργό θάνατο των τραπεζών. Τα τραπεζικά στελέχη διαπιστώνουν πως υπάρχουν αποδείξεις της πρώτης προσέγγισης στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Πρόσφατα, πολιτικοί και ρυθμιστικές αρχές έδειξαν προθυμία στο να αμβλύνουν ορισμένους νέους κανόνες, όπως την υποχρεωτική «περιχαράκωση» της λιανικής τραπεζικής έναντι της πιο ριψοκίνδυνης επενδυτικής τραπεζικής στη Βρετανία. Αλλα τραπεζικά στελέχη, όπως επισημαίνουν στο αφιέρωμά τους οι Financial Times, κλίνουν προς το δεύτερο για επαναφορά στην κανονικότητα.
Η επίθεση από το Διαδίκτυο
Όπως επισημαίνει ο πρώην διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελβετίας και νυν ανώτατο στέλεχος στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων στην BlackRock, Φίλιπ Χίλντεμπραντ: «Το τραπεζικό μοντέλο σήμερα από πολλές απόψεις παραπέμπει σε εποχές των αρχών της δεκαετίας του 1990». Σχετικά με την τρίτη και πιο ακραία προσέγγιση για τη διαφαινόμενη εξαφάνιση του κλάδου, αυτήν υιοθετούν όσοι αμφισβητούν τους παραδοσιακούς τρόπους της τραπεζικής. Οι διαδικτυακές πλατφόρμες, που συνδέουν δανειστές με δανειολήπτες (P2P lenders), είναι οι νεοφυείς οργανισμοί, οι οποίοι πιστεύουν πως σταθερά και σε βάθος χρόνου μπορούν να αποσπάσουν λειτουργίες των παραδοσιακών τραπεζών. «Είναι σαφές πως οι τράπεζες δέχονται επιθέσεις σε πολλά μέτωπα», σημειώνει ο επικεφαλής της μεγαλύτερης πλατφόρμας διασύνδεσης, Lending Club, Ρενό Λαπλάνς. «Στις χορηγήσεις υπάρχει το Ρ2Ρ, στις πληρωμές το ηλεκτρονικό σύστημα του PayPal και στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων η παροχή συμβουλών μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων». Το λειτουργικό κόστος της πλατφόρμας του ανέρχεται στο 2% του ενεργητικού εν συγκρίσει με το 7% μιας τυπικής τράπεζας. Ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, οι φορείς της εναλλακτικής τραπεζικής ευημερούν. Ο Ζιλ Αντριους, επικεφαλής της Zopa, της παλαιότερης πλατφόρμας Ρ2Ρ, αναφέρει πως κάθε χρόνο διπλασιάζεται ο όγκος χορηγήσεων. «Στην αγορά καταναλωτικών δανείων έχουμε την ευκαιρία να εξασφαλίσουμε μερίδιο 20%-30% την προσεχή πενταετία».