ΓΝΩΜΕΣ: Το νέο μεγάλο στοίχημα για την Ελλάδα

του Γιάννου Γραμματίδη* |
Τον Σεπτέμβριο 2009 το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο μαζί με άλλα ευρωπαϊκά επιμελητήρια, από ανησυχία για την επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση της χώρας, ολοκλήρωσε μια σειρά δημοσίων συζητήσεων με τους διατελέσαντες υπουργούς Οικονομικών από το 1990 μέχρι τότε, με θέμα την αναζήτηση στρατηγικής για την ελληνική οικονομία και τον εντοπισμό των βασικών αξόνων και δράσεων μιας μεταρρυθμιστικής πολιτικής.

Το συνολικό υλικό επεξεργάστηκαν ο τότε επιστημονικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Γιάννης Στουρνάρας και ο διευθύνων σύμβουλος της Boston Consulting Group Νίκος Βρεττός, που εκπόνησαν μια λεπτομερή έκθεση, με σκέψεις, δράσεις και προτάσεις για ένα μεταρρυθμιστικό πλαίσιο και πρόγραμμα ανάκαμψης και αναδιάταξης της ελληνικής οικονομίας με ορίζοντα το 2020. Προτάθηκε, δηλαδή, ο σχεδιασμός ενός συνεκτικού, δεκαετούς διάρκειας τουλάχιστον, προγράμματος ανασυγκρότησης της οικονομίας μέσα από την υιοθέτηση νέων σύγχρονων όσο και δοκιμασμένων προτύπων για τη φορολογία, την κοινωνική ασφάλιση και τις εργασιακές σχέσεις. Παράλληλα, προτεινόταν ο ορθολογικός επανασχεδιασμός της δημόσιας διοίκησης ώστε να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική, χρήσιμη για τους πολίτες και εργαλείο υλοποίησης του εκάστοτε κυβερνητικού σχεδιασμού. Φιλοδοξούσε, τέλος, να συμβάλει στη συζήτηση για ένα νέο όραμα, που ακόμα και σήμερα έχει ανάγκη ο τόπος. Η έκθεση αυτή παραδόθηκε στην πολιτική ηγεσία της χώρας για υλοποίηση.

Εκτοτε, ακολούθησε η προσφυγή στο ΔΝΤ, η χωρίς διαπραγμάτευση υπογραφή Μνημονίων πού εξυπηρετούσαν μόνο δημοσιονομικού χαρακτήρα στόχους χωρίς αναπτυξιακό σχεδιασμό και προοπτική, η επιδείνωση της ύφεσης και μαζί με αυτήν η απώλεια ενός μεγάλου ποσοστού του ΑΕΠ και η οικονομική ταλαιπωρία πολιτών και επιχειρήσεων που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πιεσμένες από τους δανειστές τους οι ελληνικές κυβερνήσεις «αναγκάστηκαν» να νομοθετήσουν μια σειρά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας που οι περισσότερες προβλέπονταν από την έκθεση Στουρνάρα - Βρεττού και που, όμως, δεν πέτυχαν μέχρι σήμερα τον στόχο τους γιατί είτε ήταν ατελείς είτε δεν πειθαρχούσαν σε συγκεκριμένη αναπτυξιακή στόχευση.

Τελευταία, επανέρχεται η συζήτηση για την υιοθέτηση ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου βασισμένου σε προτάσεις διαφόρων διεθνών και ελληνικών μελετητικών οίκων. Αντιλαμβάνεται καθένας ότι η παραγωγική υστέρηση της χώρας και η αναπτυξιακή άπνοια δημιουργούν την ανάγκη της πολιτικής ηγεσίας να λάβει κάποια μέτρα ώστε να αξιοποιηθεί η πρόσφατη σχετικά ικανοποιητική μεταστροφή των διεθνών αγορών απέναντι στην Ελλάδα. Αλλά ποια μέτρα; Είναι τάχα δουλειά της πολιτικής ηγεσίας να επιβάλει ή στην καλύτερη περίπτωση να οριοθετήσει ένα συγκεκριμένο αναπτυξιακό πρότυπο για τη χώρα; Φοβίζει μια τέτοια τάση και θυμίζει σοβιετικού τύπου κατευθύνσεις, που ακόμα κι ο σημερινός υπουργός Οικονομικών είχε κατ’ επανάληψη στηλιτεύσει πριν αναλάβει τα σημερινά του καθήκοντα.

Η οικονομία δεν αντέχει τέτοιους πειραματισμούς. Δεν χρειάζεται νέα αναπτυξιακά πρότυπα δουλεμένα από θεωρητικούς που ασφαλώς και δεν τους υποτιμά κανείς γιατί κάνουν τη δουλειά τους. Η οικονομία το μόνο που χρειάζεται είναι η πολιτική ηγεσία να υλοποιήσει αμέσως μια περαιτέρω σειρά μεταρρυθμίσεων οι οποίες θα απαλείψουν στρεβλώσεις και αγκυλώσεις που εδώ και δεκαετίες ταλαιπωρούν την επιχειρηματικότητα. Ας της δώσουμε τη δυνατότητα να βρει μόνη τον δρόμο της, όπως τον έβρισκε πάντα στη μακρά ιστορία της, χωρίς υποδείξεις και κηδεμονίες. Απλά πράγματα: ουσιαστικό άνοιγμα των επαγγελμάτων, περιορισμό έως και πλήρη απάλειψη των συναρμοδιοτήτων, ουσιαστική απλοποίηση διαδικασιών παντού, ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού, επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης και πολλά άλλα παρόμοια. Μεταρρυθμίσεις που να είναι ουσιαστικές και εφαρμόσιμες και όχι μπαλώματα που υποκρύπτουν πολιτικούς φαβοριτισμούς. Αυτό που λέγαμε το 2009 ισχύει και σήμερα, δηλαδή να καταλήξουμε σε ένα μικρό κι ευέλικτο κράτος, φιλικό στον πολίτη και στην επιχειρηματικότητα. Μόνον έτσι ενισχύουμε αποφασιστικά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας.

Η Ελλάδα τα τελευταία δύο χρόνια πέτυχε μια σχετική ονομαστική προσαρμογή της οικονομίας της. Τώρα πρέπει να κατοχυρώσει αυτήν την επιτυχία με τη λήψη μέτρων διαρθρωτικής προσαρμογής ώστε και να θεμελιώσει γερά τη θετική δημοσιονομική της σήμανση και να επιτρέψει στις μεταρρυθμίσεις να επιφέρουν τη μεγάλη διαρθρωτική αλλαγή που συνίσταται αρχικά στην απελευθέρωση της οικονομίας και τελικά στην παγίωση της δημοσιονομικής και αναπτυξιακής ισορροπίας. Μήπως τελικά αυτό πρέπει να είναι το νέο μας όραμα;

* Ο κ. Γ. Γραμματίδης είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικής Πολιτικής & Δημόσιας Διακυβέρνησης του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου.


ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ