ΓΝΩΜΕΣ: Η ελκυστικότητα των επενδύσεων ΑΠΕ στην Ελλάδα

του Βασίλη Λυχναρά* |

Το Μάιο, δημοσιεύτηκε η τελευταία έκθεση της ERNST & YOUNG (τεύχος 37) που παρουσιάζει τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την δείκτη RECAI (Renewable Energy Country Attractiveness Index) σχετικά με την ελκυστικότητα των χωρών για επενδύσεις στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Σε αυτή, η χώρα μας συγκεντρώνει 38,4 μονάδες του δείκτη RECAI και κατατάσσεται στην 40η και τελευταία θέση του συνόλου των εξεταζόμενων χωρών. Τις τέσσερις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν κατά σειρά οι ΗΠΑ (71,6), η Κίνα (70,7), η Γερμανία (67,6) και η Αυστραλία (60,6), ενώ στις τέσσερις τελευταίες η Ελλάδα ακολουθεί την Ουκρανία (38,4), τη Σαουδική Αραβία (40,3) και τη Σλοβενία (41,4).

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η κατάταξη της χώρας στην πρόσφατη έκθεση άλλαξε δραματικά σε σχέση με την προηγούμενη έκθεση του Φεβρουαρίου αλλά και συγκριτικά με τα αποτελέσματα όλων των πρόσφατων εκθέσεων του δείκτη RECAI. Πιο συγκεκριμένα, στην έκθεση του Φεβρουαρίου 2013 η εκτίμηση της βαθμολογίας του δείκτη για την Ελλάδα ήταν 43,3 και η χώρα κατατάσσονταν στη 22η θέση από το σύνολο των 40 εξεταζόμενων χωρών. Συνεπώς, η έκθεση του Μαΐου 2013, παρουσιάζει υποβάθμιση της Ελλάδας στην ελκυστικότητα για επενδύσεις ΑΠΕ κατά 18 θέσεις μέσα σε μόλις 3 μήνες. Το θέμα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον αν παρατηρήσει κάποιος ότι η κατάταξη της χώρας διαχρονικά και σε όλες τις πρόσφατες εκθέσεις της ERNST & YOUNG (από τον Νοέμβριο του 2011) κινείται μεταξύ της 18ης και της 22ης θέσης. Μάλιστα, πολύ πρόσφατα, στις εκθέσεις Μαΐου και Αυγούστου 2012, η Ελλάδα βρισκόταν στη 18η θέση, συγκεντρώνοντας βαθμολογία 44,6 και 44,7 αντίστοιχα στο συνολικό δείκτη.

Ο Πίνακας 1 συγκεντρώνει τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκθέσεων για την Ελλάδα, τόσο για το συνολικό δείκτη RECAI, όσο και για τους επιμέρους δείκτες των διαφόρων τεχνολογιών ΑΠΕ. Μελετώντας τους αναλυτικούς δείκτες των τεχνολογιών, παρατηρούμε ότι σε σχέση με την έκθεση του Φεβρουαρίου 2013, η έκθεση του Μαΐου παρουσιάζει μικρή πτώση των δεικτών ελκυστικότητας επενδύσεων των πιο διαδεδομένων τεχνολογιών ΑΠΕ, όπως είναι τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά, αλλά και σημαντικότατη πτώση του δείκτη των υπεράκτιων αιολικών που φθίνει από τις 33 στις 20,9 μονάδες. Αντίθετα, παρουσιάζεται σημαντική αύξηση στις εκτιμήσεις των δεικτών ελκυστικότητας των μικρότερων και λιγότερο διαδεδομένων τεχνολογιών, όπως η βιομάζα και η γεωθερμία, αλλά κυρίως του δείκτη των θερμικών ηλιακών που αυξάνει από τις 33 στις 47,3 μονάδες.


Ένα σημαντικό γεγονός στο οποίο θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία είναι ότι στην τελευταία έκθεση έχει αναθεωρηθεί πλήρως η μεθοδολογία εκτίμησης του δείκτη ελκυστικότητας. Πιο συγκεκριμένα, κατά την εκτίμηση του συνολικού δείκτη RECAI, πέρα από τις τεχνολογικές παραμέτρους, λαμβάνονται πλέον υπόψη παράμετροι που σχετίζονται (α) με μακροοικονομικά μεγέθη της χώρας και (β) με γενικότερα στοιχεία της ενεργειακής αγοράς. Ο Πίνακας 2 παρουσιάζει τα αποτελέσματα για την Ελλάδα σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Μαΐου και βάσει της αναθεωρημένης μεθοδολογίας. Παρατηρείται πολύ χαμηλή βαθμολογία των επιμέρους δεικτών μακροοικονομικής σταθερότητας και δυνατότητας χρηματοδότησης των ΑΠΕ. Αντίθετα, η χώρα επιτυγχάνει αρκετά υψηλή βαθμολογία στην προτεραιότητα που δίνεται για ΑΠΕ.



Παρά το ότι δεν είναι διαθέσιμα τα αναλυτικά μεθοδολογικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται στη εκτίμηση του δείκτη πριν και μετά την αναθεώρησή του, είναι φανερό ότι τα αποτελέσματα των δύο μεθοδολογιών δεν μπορεί να είναι άμεσα συγκρίσιμα. Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι η σημαντικότατη πτώση της Ελλάδας στην κατάταξη του δείκτη ελκυστικότητας σε επενδύσεις ΑΠΕ στην έκθεση του Μαΐου 2013 συγκριτικά με τις προηγούμενες, σχετίζεται άμεσα με την αναθεώρηση της μεθοδολογικής εκτίμησης του δείκτη και την νέα πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη μακροοικονομικές παραμέτρους και στοιχεία της ενεργειακής αγοράς.

Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι δε θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο γεγονός της μεγάλης πτώσης της χώρας από την 22η στη 40η θέση μέσα σε μόλις τρεις μήνες, καθώς και ότι δεν είναι εφικτός ο εντοπισμός των στοιχείων που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα, μιας και όπως αναφέρθηκε τα αποτελέσματα δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα. Από την άλλη, το γεγονός ότι η Ελλάδα κατατάσσεται στην πιο πρόσφατη έκθεση του δείκτη RECAI τελευταία, θα πρέπει να δημιουργεί ούτως ή άλλως έντονο προβληματισμό και θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε συγκεκριμένα αποτελέσματα επιμέρους δεικτών, όπως είναι για παράδειγμα η χαμηλή ελκυστικότητα που παρουσιάζουν οι επενδύσεις σε υπεράκτια αιολικά, ο χαμηλός δείκτης μακροοικονομικής σταθερότητας, καθώς και ο πολύ χαμηλός δείκτης δυνατότητας χρηματοδότησης των ΑΠΕ. Τέλος, δείχνει να χρήζουν προσοχής και προώθησης οι μικρότερες και λιγότερο διαδεδομένες τεχνολογίες, όπως τα θερμικά ηλιακά, η βιομάζα και η γεωθερμία που φαίνεται να αποτελούν μια ισχυρή εναλλακτική επενδυτική διέξοδο.

* Ο Δρ. Βασίλης Λυχναράς είναι Ερευνητής Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ)