Πώς θα μειωθεί το ενεργειακό κόστος

Λύση στο πρόβλημα του ενεργειακού κόστους για τις βιομηχανίες και τα νοικοκυριά αλλά και αλλαγές στους μηχανισμούς που υπονομεύουν τον ανταγωνισμό, προωθεί η ΡΑΕ, με τις προτάσεις για τις αλλαγές στην ηλεκτρική ενέργεια, προσπαθώντας να πετύχει καλύτερες τιμές για τους καταναλωτές πριν ολοκληρωθεί η αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ.

Συγκεκριμένα, προωθείται η κατάργηση μηχανισμών, όπως ο μηχανισμός ανάκλησης μεταβλητού κόστους (ΜΑΜΚ ή Cost Recovery) και η διαφοροποίηση στο ύψος των αποδεικτικών διαθεσιμότητας ισχύος (ΑΔΙ) για να προσαρμοστεί η εγχώρια αγορά στα ευρωπαϊκά δεδομένα, όπως προβλέπεται και από το μνημόνιο.

Η ΡΑΕ υποστηρίζει ότι με τις συγκεκριμένες αλλαγές θα γίνουν πιο γρήγορα βήματα για τη μεγαλύτερη πρόσβαση ιδιωτών σε λιγνιτική και υδροηλεκτρική παραγωγή, με συνέπεια τη μείωση των τιμών για τους πελάτες της ηλεκτροπαραγωγής.

Σύμφωνα με όσα σχεδιάζει η ειδική επιτροπή της ΡΑΕ, που συντάσσει το κείμενο των αλλαγών, ο ΜΑΣΜ θα αποτελέσει παρελθόν, καθώς εκτιμάται ότι σήμερα επιβαρύνει το συνολικό κόστος παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα.

Παράλληλα, προωθείται διαφοροποίηση στα ποσά που δίνονται σε ιδιώτες παραγωγούς για τα ΑΔΙ, με σκοπό να μειωθεί κι άλλο το κόστος. Ομως, οι αλλαγές αυτές, όπως σχολιάζει η αγορά, ενδεχομένως να κάνουν ασύμφορη τη συμμετοχή στο σύστημα των μονάδων φυσικού αερίου, τις οποίες έχουν κατασκευάσει και λειτουργούν οι ιδιώτες αλλά - κατά τη ΡΑΕ - το κίνητρο γι' αυτούς είναι μία πρόσθετη αλλαγή που αφορά στις δημοπρασίες λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής, ούτως ώστε οι ιδιώτες να αποκτήσουν στα χαρτοφυλάκιά τους φθηνά μεγαβάτ.

Παράλληλα, όμως, στις ίδιες δημοπρασίες θα λάβουν μέρος και οι βιομηχανίες, με στόχο να αποκτήσουν τη φθηνότερη δυνατή ενέργεια.

Η σημερινή πραγματικότητα στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί ένα ενδιάμεσο, μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στις ενέργειες που έγιναν στο παρελθόν, σε βάθος 15ετίας, για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και σε ό,τι απαιτείται να γίνει στο μέλλον.

Το παρελθόν, μέσα από αποσπασματικές αποφάσεις, που στόχο είχαν την εναρμόνιση με την ενεργειακή στρατηγική της ΕΕ για προστασία του περιβάλλοντος μέσω της προώθησης του ΦΑ και των ΑΠΕ, δημιούργησε σημαντικά προβλήματα και προκλήσεις.

Ομως, η μετάβαση από την κατάσταση αυτή σε ένα νέο, πιο εξελιγμένο και αποτελεσματικό μοντέλο αγοράς προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, και ισότιμους παίκτες ως προς τη δομή του παραγωγικού δυναμικού τους και αυτό καλείται να αντιμετωπίσει η πολιτεία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και υπό δύσκολες εξωτερικές συνθήκες:

- Η λιγνιτική παραγωγή της ΔΕΗ έχει φθάσει στο μέγιστο των δυνατοτήτων της, ενώ, λόγω της συνεχούς απόσυρσης πεπαλαιωμένων μονάδων, το μερίδιο κάλυψης της εγχώριας ζήτησης από αυτή θα βαίνει μειούμενο.

- Το έλλειμμα ζήτησης ενέργειας καλύπτεται από τις ΑΠΕ και τις μονάδες συνδυασμένου κύκλου με ΦΑ.

- Οι ΑΠΕ δεν είναι πάντα διαθέσιμες και μπορούν να συμμετέχουν στην κάλυψη της πρόσθετης ζήτησης μόνο υπό συγκεκριμένες συνθήκες (ημέρα, καλοκαιρία).

Οι μονάδες φυσικού αερίου

Οπως σχολιάζει η αγορά, μόνο οι μονάδες φυσικού αερίου διαθέτουν την τεχνική και παραγωγική ικανότητα να καλύπτουν την πρόσθετη ζήτηση (ημερήσια και αιχμής), άμεσα και αξιόπιστα, ανά πάσα στιγμή. Οι μονάδες αυτές καλύπτουν το 26% (στοιχεία 2012) της ζήτησης και σημειώνεται ότι για την αποστολή αυτή δεν υπάρχει αξιόπιστος και οικονομικός εναλλακτικός τρόπος.

Εκτιμάται ότι εάν οι αποδοτικές μονάδες φυσικού αερίου σταματήσουν να λειτουργούν λόγω της δημιουργίας συνθηκών πτώχευσης, το άμεσο έλλειμμα ζήτησης, που θα δημιουργηθεί, θα πρέπει να καλυφθεί είτε από εισαγωγές, με χαμηλό βαθμό αξιοπιστίας όσον αφορά στην εξασφάλιση της επάρκειας είτε μόνο μερικώς, με τη λειτουργία λιγότερο αποδοτικών και, κατά συνέπεια, ακριβότερων μονάδων ΦΑ, που θα μπορούν να διατηρήσουν τη λειτουργία τους απλώς επειδή ανήκουν σε έναν παίκτη με ευρύτερο και διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο μονάδων. Σε όλες τις περιπτώσεις, το κόστος για τον τελικό καταναλωτή (βιομηχανίες και νοικοκυριά) θα είναι σημαντικά υψηλότερο.

Η ΔΕΗ, που κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, έχει τη δυνατότητα και το συμφέρον, λόγω της αποκλειστικής της πρόσβασης σε φθηνές πηγές ενέργειας (λιγνίτης, υδροηλεκτρικά), που της παρέχει τη δυνατότητα να πουλάει σχεδόν μονοπωλιακά την ενέργεια κατ’ ευθείαν στον τελικό καταναλωτή, να διαμορφώνει την τιμή της χονδρεμπορικής αγοράς σε τεχνητά χαμηλά επίπεδα. Αναπόφευκτο αποτέλεσμα αυτού είναι ότι οι μονάδες φυσικού αερίου δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν με τις τιμές αυτές, αφού δεν θα ήταν σε θέση να καλύψουν ούτε το κόστος πρώτης ύλης, παρ’ όλο που η εύρυθμη και αξιόπιστη λειτουργία του Συστήματος απαιτεί σημαντική παραγωγή από αυτές αλλά και την ευελιξία που του προσδίδουν.

Παράλληλα, η χώρα οφείλει να συμμορφωθεί με τις τρέχουσες επιταγές της ΕΕ και, όπως υποστηρίζεται, η πολιτεία προσπαθεί να δημιουργήσει τις απαραίτητες συνθήκες για τη διατήρηση σε λειτουργία των αποδοτικών μονάδων ΦΑ μέχρι να επιτευχθεί η πλήρωση της αναγκαίας συνθήκης για την ανάπτυξη ελεύθερου ανταγωνισμού, δηλαδή της ισότιμης πρόσβασης όλων των ηλεκτροπαραγωγών σε όλες τις πηγές ενέργειας.

Πάντως, το σχέδιο της ΡΑΕ, εφόσον υλοποιηθεί, το φθινόπωρο αναμένεται η νομοθετική ρύθμιση για τις δημοπρασίες και όλα θα έχουν ρυθμιστεί έως την 1η Ιανουαρίου 2014.



της Εύης Παπαδοσηφάκη
kerdos.gr