Γιατί οι Ελληνες επιλέγουν την αυτοαπασχόληση

Ο «εθελοντισμός» και η συνέχεια της οικογενειακής επιχείρησης, είναι οι βασικές αιτίες των Ελλήνων που επιλέγουν την αυτοαπασχόληση. Μια μορφή εργασίας, που παρά την οικονομική ανασφάλεια, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα πολύ μεγάλο τμήμα του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της χώρας, να είναι «αφεντικό του εαυτού του». Μάλιστα στις περιπτώσεις των αυτοαπασχολουμένων που απασχολούν και προσωπικό, ο δείκτης ικανοποίησης και ανεξαρτησίας, αυξάνεται σημαντικά.

Ωστόσο, ένας στους τρεις αυτοαπασχολουμένους χωρίς προσωπικό θα προτιμούσε να εργάζεται ως μισθωτός. Αυτά προκύπτουν από σχετική έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) που διενεργήθηκε το δεύτερο τρίμηνο του 2017.

Οι λόγοι για τους οποίους οι ερωτώμενοι εργάζονται ως αυτοαπασχολούμενοι μπορούν να χωριστούν σε εθελοντικούς, μη εθελοντικούς και συμπτωματικούς.Ωστόσο, μπορεί να υπάρχει συνδυασμός και των τριών, όπως για το 24,5% που απάντησε ότι συνέχισε την οικογενειακή επιχείρηση. Αυτός είναι και ο λόγος που αναφέρεται περισσότερο, κυρίως από τις ακόλουθες κατηγορίες ερωτώμενων: αυτοαπασχολουμένους με προσωπικό, άτομα ελληνικής υπηκοότητας και τους αυτοαπασχολουμένους στον πρωτογενή τομέα και στη βιομηχανία-ενέργεια.

Βάσει της έρευνας, περισσότερα από ένα στα τρία άτομα και συγκεκριμένα το 35,7% έγιναν αυτοαπασχολούμενοι από επιλογή (για εθελοντικούς λόγους),κυρίως γιατί αποτελεί τη συνήθη πρακτική στο αντικείμενο της εργασίας. Το τελευταίο εμφανίζεται περισσότερο σε άτομα ελληνικής υπηκοότητας, υψηλότερης εκπαίδευσης και σε μη χειρωνακτικά επαγγέλματα υψηλής εξειδίκευσης.

Περίπου ένα στα πέντε άτομα (20,2%) έγινε αυτοαπασχολούμενος για μη εθελοντικούς λόγους, κυρίως γιατί δεν μπορούσε να βρει δουλειά ως μισθωτός.Γενικά, οι μη εθελοντικοί λόγοι εμφανίζονται περισσότερο στις γυναίκες, στις νεαρότερες ηλικίες και στα άτομα αλλοδαπής υπηκοότητας. Χαρακτηρίζουν δε περισσότερο τα άτομα που ασκούν στοιχειώδη επαγγέλματα.

Πάντως, το 16,4% έγινε αυτοαπασχολούμενος συμπτωματικά, από μία κατάλληλη ευκαιρία που εμφανίστηκε. Απαντάται περισσότερο στους αυτοαπασχολούμενους χωρίς προσωπικό, καθώς και στα επαγγέλματα χαμηλής ή καθόλου εξειδίκευσης.


Οι δυσκολίες

Είτε κατ΄επιλογή, είτε αναγκαστικά και συμπτωματικά οι δυσκολίες είναι κοινές. Σύμφωνα με την έρευνα, οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι αυτοαπασχολούμενοι τους τελευταίους 12 μήνες αφορούν, κατά πρώτο λόγο, σε οικονομική δυσπραγία. Το 60% των ερωτωμένων δηλώνει ότι υπήρξε περίοδος με ελάχιστο εισόδημα για να ζήσει. Επίσης, το 42,7% αναφέρει ότι δεν είχε καθόλου εισόδημα σε περίοδο ασθένειας και το 36,5% ότι υπήρξε περίοδος χωρίς δουλειά.

Οι παραπάνω δυσκολίες αναφέρονται ως οι πιο σημαντικές από περίπου 46% των ερωτωμένων, παρουσιάζοντας διαφοροποιήσεις ανάλογα με την υπηκοότητα, το επάγγελμα και τον κλάδο. Γενικά, οι δυσκολίες εμφανίζονται λιγότερο έντονες στα άτομα που ασκούν μη χειρωνακτικά επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης, ενώ περισσότερο στα άτομα αλλοδαπής υπηκοότητας. Η ύπαρξη περιόδου με ελάχιστο εισόδημα αναφέρεται περισσότερο στον πρωτογενή κλάδο, ενώ η ύπαρξη περιόδου χωρίς καθόλου δουλειά στον κλάδο των κατασκευών.

Το δεύτερο είδος δυσκολίας αφορά στην οικονομική εξάρτηση των αυτοαπασχολουμένων. Το 43,1% δηλώνει αδυναμία να επηρεάσει την αμοιβή της εργασίας του, ενώ το 45,1% αναφέρει προβλήματα από τις πληρωμές των πελατών. Οι παραπάνω δυσκολίες αναφέρονται ως οι πιο σημαντικές από περίπου 26% των ερωτωμένων. Η πρώτη δυσκολία αφορά περισσότερο σε αυτοαπασχολουμένους ελληνικής υπηκοότητας και στον πρωτογενή τομέα, ενώ η δεύτερη σε αυτοαπασχολουμένους σε χρηματοοικονομικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Οι υπόλοιπες δυσκολίες αναφέρονται ως οι πιο σημαντικές από περίπου 19% των αυτοαπασχολουμένων, με περισσότερο έντονη τη γραφειοκρατία, η οποία απαντάται σε υψηλότερο ποσοστό στις χρηματοοικονομικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Αναφορικά με τον αριθμό των πελατών, το 14,6% των ερωτωμένων απαντά ότι είχε ένα κύριο πελάτη τους 12 τελευταίους μήνες, δηλαδή έναν πελάτη από τον οποίο προέρχεται τουλάχιστον το 75% του εισοδήματός του. Αυτό παρατηρείται συχνότερα στις γυναίκες και στα άτομα ελληνικής υπηκοότητας και πολύ περισσότερο στον πρωτογενή κλάδο και τα στοιχειώδη επαγγέλματα (καθαρίστριες και λοιποί ανειδίκευτοι εργάτες πλην γεωργίας). Αντίθετα, η συντριπτική πλειονότητα των αυτοαπασχολουμένων και συγκεκριμένα το 80,3% απαντά ότι δεν είχαν κύριο πελάτη.

Περισσότεροι από τρεις στους τέσσερις ερωτωμένους δηλώνουν ότι αποφασίζουν εκείνοι για την αρχή και το τέλος του χρόνου εργασίας τους. Για τους υπόλοιπους αποφασίζουν οι πελάτες (7,9%) ή συντρέχουν άλλοι παράγοντες (12,6%), όπως ο καιρός, η εποχικότητα κλπ. Μεγαλύτερος βαθμός αυτονομίας απαντάται στα άτομα ελληνικής υπηκοότητας, καθώς και σε αυτά που ασκούν επαγγέλματα με εξειδίκευση. Ο υψηλότερος βαθμός αυτονομίας εμφανίζεται στον πρωτογενή κλάδο και ο χαμηλότερος στους κλάδους εμπορίου, ξενοδοχείων και εστίασης.

Γενικά, οι αυτοαπασχολούμενοι παρουσιάζουν υψηλό βαθμό οικονομικής και οργανωσιακής ανεξαρτησίας. Οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό εμφανίζονται περισσότερο οικονομικά εξαρτημένοι από έναν κύριο πελάτη, αλλά και περισσότερο αυτόνομοι στην οργάνωση του χρόνου εργασίας τους από τους αυτοαπασχολουμένους με προσωπικό (16,6% και 8,2%, αντίστοιχα).
Τα επίπεδα ικανοποίησης

Οι αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό είναι ξεκάθαρα η κατηγορία με την υψηλότερη ικανοποίηση στην εργασία, ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό έχουν σαφώς χαμηλότερη ικανοποίηση έναντι των πρώτων (62,0% έναντι 38,6%).

Ο κυριότερος λόγος για τον οποίο οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό δεν έχουν υπαλλήλους είναι ότι δεν υπάρχει αρκετή δουλειά (47,7%). Αυτό είναι περισσότερο έντονο στα άτομα αλλοδαπής υπηκοότητας και στον δευτερογενή τομέα (βιομηχανία, κατασκευές).

Το 16,1% των ερωτώμενων απαντά ότι προτιμά να δουλεύει μόνο του κυρίως στους κλάδους παροχής χρηματοπιστωτικών, επιχειρηματικών και άλλων υπηρεσιών.

Το 14,3% των ερωτώμενων απαντά ότι χρησιμοποιεί μέλη της οικογένειάς του ως βοηθούς. Αυτό εμφανίζεται συχνότερα στα άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών και στον πρωτογενή τομέα. Επίσης, εμφανίζεται σε μικρό βαθμό (13,2%) και στους κλάδους εμπορίου, ξενοδοχείων και εστίασης, ενώ στους υπόλοιπους κλάδους τα ποσοστά είναι ιδιαίτερα χαμηλά.

Οι υπόλοιποι λόγοι αναφέρονται σε χαμηλά ποσοστά: αφορούν στην πρόσληψη εποχικών υπαλλήλων (5,8%) κυρίως στον πρωτογενή τομέα, στις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές (4,4%) και σε άλλους λόγους.


Τέλος, οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους οι μισθωτοί ή οι βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση δεν εργάζονται ως αυτοαπασχολούμενοι, όπως θα επιθυμούσαν, είναι η οικονομική ανασφάλεια (47%) και η έλλειψη χρηματοδότησης (30%). Ο πρώτος λόγος εμφανίζεται περισσότερο στα άτομα ελληνικής υπηκοότητας, στα μη χειρωνακτικά επαγγέλματα υψηλής εξειδίκευσης και στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ενώ ο δεύτερος λόγος στα άτομα αλλοδαπής υπηκοότητας και στα χειρωνακτικά επαγγέλματα.

Το υπερβολικό άγχος, οι ευθύνες και το ρίσκο αναφέρεται από το 7,9% των ερωτωμένων, ενώ το 14,4% αναφέρει άλλους λόγους, όπως η ελλιπής κοινωνική ασφάλιση (εισόδημα σε περίπτωση ασθένειας, γονικές άδειες κ.λπ.).

Σταμάτης Ζησίμου
euro2day.gr