Δεν θα μας ξελασπώνει πάντα ο τουρισμός

Η τουριστική βιομηχανία έχει συμβάλει σημαντικά στην άμβλυνση των υφεσιακών επιπτώσεων τα τελευταία χρόνια για συγκεκριμένους λόγους. Όμως, αυτό δεν θα συνεχίζεται για πάντα. Η φετινή κόπωση μας το υπενθυμίζει.

Η τουριστική βιομηχανία είναι μία από τις λίγες που κατάφεραν να βγουν στον αφρό τα χρόνια των μνημονίων, βοηθώντας την οικονομία να καταγράψει μικρότερη ύφεση.

Η άνοδος βοήθησε τους πλέον δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της χώρας να μη βιώσουν την κρίση που ένιωσαν οι μεγάλες αστικές περιοχές.

Επιπλέον, άμβλυνε τις υφεσιακές επιπτώσεις σε άλλες, λιγότερο τουριστικά προνομιούχες, περιοχές.

Αν ζητήσεις από τουριστικούς παράγοντες να εξηγήσουν την άνοδο στις διεθνείς αφίξεις και στα έσοδα των τελευταίων χρόνων, το πιθανότερο είναι να επικαλεσθούν την ελκυστική σχέση ποιότητας-τιμής (value for money).

Κάποιοι ίσως αναφέρουν τη θετική επίπτωση από τις γεωπολιτικές εξελίξεις όπως η Αραβική Ανοιξη και η μεγάλη πτώση της αγοράς της Αιγύπτου, που έστρεψαν πολλούς Δυτικοευρωπαίους σε άλλους προορισμούς.

Και φυσικά τα γεγονότα στη Τουρκία, με το μπαράζ των βομβιστικών επιθέσεων, την πολύμηνη ρήξη στις σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού, με κερασάκι στην τούρτα το πραξικόπημα.

Από την άλλη πλευρά, η δημοσιότητα που έχει λάβει το μεταναστευτικό λειτουργεί αρνητικά για τα νησιά του Βορείου Αιγαίου, που όμως αντιπροσωπεύουν το 11% περίπου της τουριστικής πίτας.

Επομένως, μια μεγάλη πτώση της τάξης του 40% σε ετήσια βάση δεν επηρεάζει τόσο στο σύνολο της χώρας.

Για την ακρίβεια, η πτώση υπεραντισταθμίζεται από τον διψήφιο ρυθμό ανόδου στα νησιά του Ιονίου, που έχουν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς.

Όμως, είναι φανερό ότι ο τουρισμός εμφανίζει κόπωση φέτος.

Τα αποτελέσματα του εξαμήνου το επιβεβαιώνουν, αφού δείχνουν μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων κατά 242 εκατ. ευρώ ή 5,8%, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.

H μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων οφείλεται στη μείωση των αφίξεων κατά 1,6% και της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι κατά 4,9%, στα 507 ευρώ από 533 ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2015.

Εστω κι έτσι, δηλαδή ακόμη κι αν τα έσοδα από τον τουρισμό μειωθούν με μονοψήφιο ρυθμό φέτος, το 2016 θα είναι μια ακόμη καλή χρονιά για την τουριστική βιομηχανία.

Όμως, θα πρέπει να αρχίσουν οι αρμόδιοι να προσαρμόζονται στην ιδέα ότι ο τουρισμός δεν θα συνεισφέρει στην εθνική οικονομία το 2017 και ίσως το 2018 όσο τα τελευταία χρόνια.

Κι αυτό γιατί δεν είμαστε σίγουροι ότι η γεωπολιτική συγκυρία θα παραμείνει τόσο ευνοϊκή ενώ δεν είναι σαφές τι θα γίνει με το μεταναστευτικό ζήτημα.

Φυσικά, οι ξενοδόχοι και άλλοι μπορούν να επικαλούνται τους φόρους ως αίτιο για τη μείωση της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού προϊόντος.

Αν και η αύξηση των φόρων δεν βοηθά, ο πραγματικός στόχος τους είναι να επιτύχουν καλύτερο deal.

Ήδη αρκετοί ξενοδόχοι με δάνεια έχουν εκπλήξει πολλούς τραπεζίτες, συμπεριλαμβανομένου του διοικητή της ΤτΕ κ. Στουρνάρα, για τα χαμηλά κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) που εμφανίζουν σε χρονιές-ρεκόρ για τον τουρισμό.

Αναμφισβήτητα, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αυξήσει κατά πολύ τις διεθνείς τουριστικές ροές μεσοπρόθεσμα.

Όμως, θα πρέπει να επενδύσει μεγάλα ποσά για τη δημιουργία νέων κλινών, την αναβάθμιση πολλών από τις υφιστάμενες κλίνες, τη βελτίωση των υποδομών, π.χ. αεροδρόμια, λιμάνια κ.τ.λ.

Το τελευταίο δεν βλέπουμε να γίνεται στην κλίμακα που θα έπρεπε. Ούτε βλέπουμε τίποτα φιλόδοξα σχέδια να ξεδιπλώνονται εκτός ελαχίστων, π.χ. της Minoan Group (Loyalward Hellas) στο Κάβο Σίδερο στην Κρήτη.

Ας προσγειωθούμε λοιπόν στην πραγματικότητα και ας αποδεχθούμε ότι ο τουρισμός δεν μπορεί να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά.

Ούτε ίσως καν να συνεισφέρει θετικά στη μεταβολή του ΑΕΠ.



Dr Money/euro2day.gr