Πώς φορολογείται το εισόδημα από "μπλοκάκια"

Προϋποθέσεις και «ψιλά γράμματα» κρύβουν οι διατάξεις βάσει των οποίων ελεύθεροι επαγγελματίες μπορούν να φορολογηθούν ως μισθωτοί καθώς εργάζονται με το λεγόμενο «μπλοκάκι». Η φορολόγηση ως μισθωτού σημαίνει όφελος
καθώς ο φορολογούμενος καρπώνεται εμμέσως αφορολόγητο εισόδημα.

Ο νέος Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013) ορίζει στο άρθρο 12, ότι:

«2. Για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες:
......

στ) βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα και δεν διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που διαφέρει από την κατοικία του. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία, σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α΄ έως ε΄ του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.»

Η παραπάνω διάταξη ισχύει από την 1.1.2014 και μετά και ορίζει χωρίς το δικαίωμα της επιλογής, ότι αφού πληρούνται οι επιταγές του νομοθέτη η φορολογία του εν λόγω εισοδήματος θα γίνει με την κλίμακα των μισθωτών υποχρεωτικά.

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος για να φορολογηθεί το εισόδημα της «εμπορικής δραστηριότητας» (βλέπε ιδιαιτέρως «μπλοκάκια») με την κλίμακα των μισθωτών:
  • To φυσικό πρόσωπο να παρέχει τις υπηρεσίες του σε, μέχρι τρεις εργοδότες, με έγγραφη πάντα συμφωνία και
  • Στην περίπτωση που οι εργοδότες είναι περισσότεροι των τριών, τουλάχιστον από έναν από αυτούς να λαμβάνει αμοιβές τουλάχιστον 75% του συνόλου.
Αναφέρεται σε πρόσωπα που έχουν έδρα την οικία τους και μόνον σε αυτά. Αποκλείονται δηλαδή όσοι έχουν πραγματική εγκατάσταση (εκτός από το σπίτι τους) και όσοι έχουν την ιδιότητα του εμπόρου. Η παλιά διάταξη βεβαίως δεν έθετε τέτοιους περιορισμούς.

Αφορά όλους εκείνους που προφέρουν προσωπική εργασία μέσω έγγραφων συμβάσεων.

Μπορούν να αφαιρέσουν το σύνολο των δαπανών που αφορούν την δραστηριότητά τους, σε αντίθεση με τη διάταξη του παλιού Κ.Φ.Ε. που όριζε ότι φορολογικά εκπεστέα δαπάνη, ήταν μόνο οι υποχρεωτικές ασφαλιστικές εισφορές.

Όλα τα παραπάνω δεν έχουν εφαρμογή, όταν αποκτάται εισόδημα:
  • στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, σύμφωνα με το εργατικό δίκαιο,
  • βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών,
  • οι οποίες ρυθμίζονται από τη νομοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου,
  • ως διευθυντής ή μέλος του Δ.Σ. εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας,
  • ως δικηγόρος έναντι πάγιας αντιμισθίας για την παροχή νομικών υπηρεσιών.

Τα προβλήματα της συγκεκριμένης διάταξης, αφορούν στα εξής:

Αναφορικά με το Φ.Π.Α., εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του (αρ. 3, παρ. 1), όσοι:

«ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά τρόπο ανεξάρτητο οι μισθωτοί και λοιπά φυσικά πρόσωπα, τα οποία συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εργασίας ή με οποιαδήποτε άλλη νομική σχέση που δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης, όσον αφορά τους όρους εργασίας ή την αμοιβή και συνεπάγεται την ευθύνη του εργοδότη.»

Άρα είναι πιθανό το ενδεχόμενο να δημιουργηθούν ερμηνευτικές αμφισβητήσεις ως προς την υπαγωγή ή μη σε ΦΠΑ των υπηρεσιών που παρέχονται από τα πρόσωπα που εκπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης.

Αναφορικά με το Εισόδημα:

Η ρύθμιση αυτή, η οποία είναι αντίστοιχου περιεχομένου προς αυτή του αρ. 1 παρ. 2 του ν. 4110/2013, φαίνεται να εισάγει εμμέσως τεκμήριο, τουλάχιστον ως προς τη φορολογία εισοδήματος, ότι τα ανωτέρω πρόσωπα τελούν σε σχέση εξάρτησης από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα προς τα οποία παρέχουν τις υπηρεσίες τους, ούτως ώστε να δικαιολογείται από πλευράς φορολογικής ισότητας η διαφοροποίηση της φορολογίας εισοδήματος των ανωτέρω προσώπων σε σχέση προς τα πρόσωπα των οποίων το εισόδημά φορολογείται ως εισόδημά από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Αναφορικά με την Εργατική Νομοθεσία (αρ. 1 παρ. 1 του ν. 2639/1998, όπως αντικαταστάθηκε από το αρ. 1 παρ. 1 του ν. 3846/2010):

«συμφωνία μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά µμονάδα εργασίας (φασόν), τηλεργασίας, κατ' οίκον απασχόλησης, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα (9) συνεχείς μήνες».

Άρα ελλοχεύει κίνδυνος να εφαρμοστούν οι προστατευτικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας (αποζημιώσεις απολύσεως, άδειες κλπ) και της ασφαλιστικής νομοθεσίας που ίσως απαιτήσει την ασφάλιση στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ.



epixeiro.gr